Σε προσπάθεια «ακύρωσης του έργου» του Μετρό της Θεσσαλονίκης αποδίδει ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Κωνσταντίνος Ζέρβας, σε γραπτή του δήλωση τη νέα προσφυγή κατά της απόφασης του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου για απόσπαση, μεταφορά και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων στον Σταθμό Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης. Παράλληλα κάνει λόγο για «σκοταδισμό που επιθυμεί τη στασιμότητα στην πόλη».
Την προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) για την κατά χώραν διατήρηση των αρχαιοτήτων στον Σταθμό Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης, κατέθεσαν χτες από κοινού η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ) και η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία.
Ο κ. Ζέρβας στη δήλωσή του αναφέρει πως «την ίδια μέρα που η Αττικό Μετρό ΑΕ εγκαινιάζει τρεις νέους σταθμούς στην επέκταση της γραμμής 3 στον Πειραιά, αλλάζοντας τον κυκλοφοριακό χάρτη και τη ζωή στους δήμους της περιοχής, κάποιοι «ενεργοί» συμπολίτες μας και κάποιες «ευαίσθητες» συλλογικότητες προσφεύγουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) κατά της απόφασης του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) για τη διαχείριση των αρχαιοτήτων του σταθμού της Βενιζέλου».
Κάνει δε λόγο για «σκοταδισμό που επιθυμεί τη στασιμότητα στην πόλη» και «απόκρυψη της αλήθειας ότι τα αρχαία θα αποσπασθούν και θα επανέλθουν στη θέση τους κατά 92% με τις πλέον σύγχρονες και αποτελεσματικές μεθόδους».
Ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης αναφέρει ότι όσοι κατέθεσαν τη νέα προσφυγή «θέλουν προφανώς να φτάσουν στον τελικό τους στόχο: στην ακύρωση του έργου. Στο να μείνει η πόλη στάσιμη, έρμαιη των διαχρονικών της προβλημάτων. Το πράττουν άλλωστε ευθαρσώς σε κάθε περίπτωση. Ενάντια σε κάθε εξέλιξη της πόλης (περιφερειακή οδός, πλατεία Διοικητηρίου, επέκταση παλαιάς παραλίας, υποθαλάσσια αρτηρία, δημαρχιακό μέγαρο, ανάπλαση ΔΕΘ κτλ), κάνοντας ό,τι περνάει από το χέρι τους για να ματαιώσουν την εξέλιξη της πόλης».
Υπενθυμίζει, παράλληλα, ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει ήδη κρίνει νόμιμη και συνταγματική τη μεταφορά και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων και τονίζει ότι «αν ως το 2023 δεν έχει ολοκληρωθεί το έργο, το ελληνικό δημόσιο θα πρέπει να επιστρέψει στην Ευρωπαϊκή Ένωση τουλάχιστον 800 εκατομμύρια ευρώ».
Επίσης επαναλαμβάνει τη δέσμευση των εμπλεκόμενων φορέων ότι το Μετρό και ιδιαίτερα ο σταθμός Βενιζέλου θα ολοκληρωθούν μέχρι το 2023 και διαβεβαιώνει ότι η Διοίκηση του Δήμου Θεσσαλονίκης θα επιβλέπει κάθε μέρα την υλοποίηση του έργου, μέχρι να μπει ο πρώτος επιβάτης στον πρώτο συρμό, τον Απρίλιο του 2023.
Προσφυγή στο ΣτΕ από την ΕΛΛΕΤ και τη Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία κατά της απόσπασης των αρχαιοτήτων στον Σταθμό Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης
Προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) για την κατά χώραν διατήρηση των αρχαιοτήτων στον Σταθμό Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης, κατέθεσαν χτες 6 Ιουλίου 2020 από κοινού η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ) και η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία.
«Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, μια περιβαλλοντική και πολιτισμική οργάνωση με 50 χρόνια προσφοράς και αγωνιστικής παρουσίας στον χώρο της πολιτιστικής κληρονομιάς και η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία, ένα από τα αρχαιότερα και εγκυρότερα επιστημονικά σωματεία στην Ελλάδα, με έτος ίδρυσης το 1884, ενώνουμε τις δυνάμεις μας στον αγώνα για τη διάσωση της ακεραιότητας και της αυθεντικότητας των αρχαιοτήτων που αποκαλύφθηκαν στον σταθμό Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης», αναφέρει η ανακοίνωση της ΕΛΛΕΤ.
«Τα ευρήματα αυτά χρονολογούνται από τον 4ο μέχρι τον 9ο μ.Χ. αιώνα και αποτελούν υλικά τεκμήρια της δομής και της οργάνωσης της δεύτερης πόλης στη βυζαντινή αυτοκρατορία, της Θεσσαλονίκης, που μόνο η Κωνσταντινούπολη θα μπορούσε να ανταγωνιστεί. Η μετατροπή του χώρου από αρχαιολογικό, με τα επάλληλα στρώματα της ιστορίας του και τα άυλα στοιχεία της ζωής των κοινωνιών που για αιώνες τα κατοίκησαν, σε απλά εκθεσιακό χώρο, θα ξεριζώσει ένα κομμάτι της πόλης και θα το μετατρέψει σε σκηνογραφική εγκατάσταση διακόσμησης των χώρων του σταθμού. Η Ελλάδα οφείλει να σέβεται και να τηρεί την ελληνική νομοθεσία και τις διεθνείς συμβάσεις, τις οποίες έχει προσυπογράψει και επικυρώσει με σχετικούς νόμους, όπως η συνθήκη της Βαλέτα (1992) που επιβάλλουν, εφόσον είναι εφικτόν, την in situ διατήρηση των αρχαιοτήτων», προσθέτει, μεταξύ άλλων, η ίδια ανακοίνωση.