Δύο προτάσεις ώστε να επιταχυνθεί η διαδικασία των απαλλοτριώσεων και να προχωρούν πιο γρήγορα τα δημόσια έργα κατέθεσε η Ένωση Περιφερειών Ελλάδας (ΕΝΠΕ) στα συναρμόδια υπουργεία Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού καθώς και στην Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΑΔΗΣΥ).
To ΔΣ της ΕΝΠΕ επισημαίνει ότι η διαδικασία απαλλοτρίωσης με το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο είναι χρονοβόρα , υπάρχουν καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των έργων, οικονομική και ποιοτική επιβάρυνση των εκτελούμενων έργων.
Η ΕΝΠΕ αν και θεωρεί ότι η πρόσφατη ρύθμιση (άρθρο 49 του Νόμου 4412/2016) η οποία προβλέπει ότι «… η συντέλεση των απαιτούμενων απαλλοτριώσεων αποτελούν προϋπόθεση για την εκκίνηση της διαδικασίας σύναψης δημόσιας σύμβασης έργου» κινείται στη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο καταθέτει δύο
προτάσεις:
1.Να εξετασθεί η δυνατότητα συντέλεσης της απαλλοτρίωσης με την άμεση παρακατάθεση μετά την κήρυξη, στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, της εκτιμηθείσας αξίας των απαλλοτριούμενων ακινήτων από το οριζόμενο όργανο του άρθρου 3 παρ. 1δ του Ν.2882/2001 (& άρθρο15 του Ν.2882/2001) ,το οποίο συστήνεται προ της κήρυξης της απαλλοτρίωσης.
Η εκτιμηθείσα αξία της παραπάνω επιτροπής θα χαρακτηρίζεται ως προσωρινή αποζημίωση και στη συνέχεια βέβαια να ακολουθείται η δικαστική διαδικασία για τον προσδιορισμό της οριστικής αποζημίωσης.
Ο χρόνος συντέλεσης της απαλλοτρίωσης θα είναι ελάχιστος επειδή θα αποφεύγονται οι καθυστερήσεις με τις αναβολές κλπ ( από 1 έως 2 χρόνια) που παρατηρούνται, προκειμένου να συζητηθεί στα δικαστήρια ο προσωρινός προσδιορισμός αποζημίωσης. Σήμερα παρόλο που με το άρθρο 19 παρ.3 & 11 του Ν. 2882/2001, ορίζονται τάχιστες προθεσμίες ορισμού δικασίμου αυτές στην πράξη δεν εφαρμόζονται. Επίσης στην πράξη δεν εφαρμόζονται οι προθεσμίες για την έκδοση των αποφάσεων.
2. Εναλλακτικά σε περίπτωση κατά την οποία δεν γίνει αποδεκτή η πρώτη πρόταση, να τροποποιηθεί τα άρθρο 5 του Α.Ν.1838/51 και να δοθεί η δυνατότητα επίταξης των απαλλοτριωθέντων ακινήτων από το όργανο το οποίο κηρύσσει την απαλλοτρίωση (για τις Περιφέρειες το Περιφερειακό Συμβούλιο), καθώς επίσης και ο ορισμός της επιτροπής προεκτίμησης ζημιών επιταχθέντων ακινήτων από το ίδιο όργανο.
Σήμερα με το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, ενώ την απαλλοτρίωση την κηρύσσει το Περιφερειακό Συμβούλιο, για την επίταξη και τον ορισμό της επιτροπής πρέπει να απευθυνόμαστε στο Υπουργείο ΥΠΟ.ΜΕ.ΔΙ. με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη καθυστέρηση στην έκδοση των εν λόγω αποφάσεων.
Στην περίπτωση αυτή βέβαια θα πρέπει να τροποποιηθεί ο άρθρο 49 του Ν.4412/2016 και να προβλέπεται ως απαίτηση ωριμότητας (εναλλακτικά) η αναγκαστική επίταξη των προς απαλλοτρίωση ακινήτων του προς κατασκευή έργου όπου με την παρακατάθεση ποσού επίταξης στον φερόμενο ιδιοκτήτη να θεωρείτε συντέλεση απαλλοτρίωση και απόδοση του ακινήτου.
Σήμερα με το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο , η μη απόδοση του ακινήτου ( είτε επίταξης είτε απαλλοτρίωσης) απαιτεί ασφαλιστικά μέτρα ( καθυστέρηση έως και 4μήνες) για την αποβολή προτείνουμε η παρακατάθεση ποσού ( επίταξης ή απαλλοτρίωσης) να περιλαμβάνει και την αποβολή του χωρίς δικαστική απόφαση.
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ
Επίσης, στο Ν. 4412/2016 στο άρθρο 49, απαίτηση ωριμότητας σύμβασης είναι «η ολοκλήρωση των αρχαιολογικών ερευνών».
Ως προς αυτό έχουμε να παρατηρήσουμε ότι δεν είναι εφικτό, διότι απαίτηση των αρχαιολογικών υπηρεσιών είναι να είναι παρούσες κατά τη διάρκεια των εκσκαφών κάθε εργολαβίας για την διαπίστωση αρχαιολογικών ευρημάτων ή όχι, άρα προϋποθέτει σύμβαση έργου.
Για να μπορεί η Αρχαιολογική Υπηρεσία να εκδώσει έγγραφο – βεβαίωση της ολοκλήρωσης αρχαιολογικών ερευνών, αυτό προϋποθέτει ότι γνωρίζει την ύπαρξη αρχαιολογικών ευρημάτων, δηλαδή σε ποιο σημείο και σε ποιο βάθος ή με εργολαβία της να κάνει όλες τις γενικές εκσκαφές της εργολαβίας για να διαπιστώσει την ύπαρξη ή όχι αρχαιολογικών ευρημάτων σε όλο το εύρος κατάληψης του έργου .Άλλωστε κατά την εκπόνηση μελέτης και στη φάση έκδοσης περιβαλλοντικών όρων γίνονται τομές από την αρχαιολογία σε πιθανές κατ’ εκτίμηση θέσεις για την ύπαρξη ή όχι αρχαιολογικών ευρημάτων αλλά δεν εξασφαλίζουν το σύνολο του έργου (απρόβλεπτη κατάσταση).
Προτείνουμε λοιπόν τροποποίηση του άρθρου 49 ώστε να απαιτείται έγγραφο ολοκλήρωσης των αρχαιολογικών ερευνών μόνο στην περίπτωση όπου καθορίζεται από τους Περιβαλλοντικούς όρους η ύπαρξη αρχαιολογικού χώρου στο εύρος κατάληψης του έργου».