Ποια είναι τα μεγαλύτερα προβλήματα που προκάλεσε η κρίση στους δήμους και τις τοπικές κοινωνίες της Περιφέρειάς σας και πως αντιμετωπίζονται;
Η εκρηκτική αύξηση της ανεργίας και της φτώχειας είναι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα των τελευταίων ετών στην Αττική. Το πρόβλημα δεν γνωρίζει σύνορα, αλλά είναι προφανώς ακόμη μεγαλύτερο:
Αφενός στις περιοχές όπου παραδοσιακά κατοικούν τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα, δηλαδή στο λεγόμενο «δυτικό τόξο» που περιλαμβάνει τους Δήμους της Β’ Πειραιά, της Δυτικής Αθήνας και του Θριάσιου Πεδίου.
Αφετέρου στις γειτονιές της Αθήνας που έχει τροποποιηθεί η πληθυσμιακή σύνθεση τους την τελευταία εικοσαετία και αντιμετωπίζουν προβλήματα υποβάθμισης.
Η πραγματική αντιμετώπιση ενός προβλήματος με τόσο μεγάλες διαστάσεις γίνεται μόνον με την επιστροφή της χώρας στην ανάπτυξη και την αναπλήρωση των απωλειών στα εισοδήματα των εργαζομένων και συνταξιούχων.
Οι προσπάθειες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης αποσκοπούν λοιπόν στην ανακούφιση των συμπολιτών μας που βρίσκονται αντιμέτωποι με το φάσμα της φτώχειας – άνεργοι, χαμηλοσυνταξιούχοι, μονογονεϊκές οικογένειες, πολύτεκνοι, λοιπές ευπαθείς ομάδες.
Μια δέσμη ενεργειών που υλοποιούνται από την Αυτοδιοίκηση, σε συνεργασία με άλλους φορείς όπως η Εκκλησία και εθελοντικές κινήσεις πολιτών, είναι η συγκέντρωση και διανομή τροφίμων και ειδών ρουχισμού.
Μια άλλη πλευρά της ίδιας προσπάθειας περιλαμβάνει τη λειτουργία κοινωνικών δομών που στηρίζουν τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού και έτσι τις βοηθούν να αντιμετωπίσουν και τις συνέπειες της κρίσης. Αναφέρομαι εδώ σε δράσεις για την ψυχοκοινωνική στήριξη οικογενειών, τη φροντίδα και την κοινωνική ένταξη των ΑμεΑ κ.α.
Τέλος, στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται πρωτοβουλίες μείωσης ή και απαλλαγής από τέλη, εισφορές, τροφεία, δίδακτρα κ.λπ. που αναλαμβάνουν σχεδόν όλοι οι Δήμοι αυτά τα χρόνια και απευθύνονται βέβαια στις ανωτέρω αναφερόμενες ευπαθείς ομάδες.
Οι δυσλειτουργίες του Καλλικράτη καθώς και οι μεγάλες και συνεχείς μειώσεις των πόρων της Αυτοδιοίκησης τί συνέπειες είχαν στις παρεχόμενες προς τους πολίτες υπηρεσίες;
Το κρίσιμο ζήτημα είναι τι συνέπειες απειλούν να έχουν στο άμεσο μέλλον, αν δεν αλλάξει αυτή η κατάσταση που περιγράφεται. Γιατί μέχρι σήμερα οι Δήμοι κατορθώνουν να διατηρήσουν σε ένα καλό επίπεδο τις υπηρεσίες προς τους πολίτες, εξοικονομώντας πόρους από τον περιορισμό κάθε καταναλωτικής δαπάνης.
Προφανώς όμως εάν επαναληφθεί και φέτος το αρνητικό φαινόμενο των προηγούμενων ετών η Αυτοδιοίκηση να εισπράξει λιγότερα χρήματα από όσα –ήδη μειωμένα κατά πολύ- προβλέπονται στον Κρατικό προϋπολογισμό, τότε πολλοί Δήμοι θα αντιμετωπίσουν αδυναμία να εκπληρώσουν υποχρεώσεις τους και να συνεχίσουν σημαντικές κοινωφελείς δραστηριότητες τους.
Καθημερινά καταγράφονται μεμονωμένες δράσεις στήριξης των πολιτών από τους δήμους, αλλά και από κινήσεις πολιτών. Στην περιοχή σας υπάρχει κάποια συντονισμένη προσπάθεια για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης στους πολίτες, και αν ναι, με ποιους συνεργάζεστε για να υλοποιηθούν τέτοιες δράσεις;
Στην Αττική δραστηριοποιείται ένας μεγάλος αριθμός Μ.Κ.Ο. και εθελοντικών κινήσεων πολιτών, με βασικό αντικείμενο αυτά τον καιρό τη συγκέντρωση τροφίμων και ρουχισμού για τους άνεργους και φτωχούς συνανθρώπους μας. Αντίστοιχες πρωτοβουλίες σε πιο κεντρική κλίμακα αναλαμβάνουν η Εκκλησία και πολλά ΜΜΕ.
Οι Δήμοι της Αττικής συνεργάζονται σε όλα τα επίπεδα με κάθε φορέα που δραστηριοποιείται σ’ αυτό το αντικείμενο. Άλλωστε η υποδομή των Δήμων και συγκεκριμένα της Κοινωνικής Υπηρεσίας τους, έχει αποδειχθεί αναντικατάστατη σ’ αυτές τις προσπάθειες και συγκεκριμένα στην καταγραφή των οικογενειών που χρειάζονται στήριξη, την επικοινωνία με αυτές και τη διανομή με αντικειμενικά κριτήρια της όποιας βοήθειας.
Το μεγάλο ζητούμενο για τη χώρα και για κάθε περιοχή ξεχωριστά είναι η αναχαίτιση της ύφεσης και η προώθηση της ανάπτυξης. Στην Περιφέρειά σας δρομολογούνται ή υλοποιούνται δράσεις και προγράμματα που να στοχεύουν στην ανάπτυξη;
Η Περιφέρεια Αττικής ως γνωστό συγκριτικά με την υπόλοιπη χώρα συγκεντρώνει πάντα – και μερικές φορές σε υπερβολικό βαθμό- τις αναπτυξιακές επενδύσεις και προγράμματα.
Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε είναι το συνολικό πρόβλημα της χώρας αυτή την περίοδο, δηλαδή αφενός η καθυστέρηση ένταξης έργων στο ΕΣΠΑ (που ελπίζουμε να επιταχυνθεί με τη μεταφορά της αρμοδιότητας από πέρυσι τον Ιούλιο στην Περιφέρεια), αφετέρου η έλλειψη επενδυτικής δραστηριοποίησης από τον ιδιωτικό τομέα, που σε μεγάλο βαθμό οφείλεται και στη δυσκολία χρηματοδότησης από τις τράπεζες.
Θα σταθώ λοιπόν σε αυτό το τελευταίο και θα τονίσω ότι αν δεν εισρεύσουν χρήματα στην πραγματική οικονομία, διέξοδος από την ύφεση δεν υπάρχει. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις από μόνες τους, χωρίς επενδύσεις και ταυτόχρονη τόνωση της εγχώριας ζήτησης, δεν αρκούν για την ανάκαμψη.
Αν ήσασταν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για το νέο μνημόνιο ως εκπρόσωπος της Αυτοδιοίκησης, ποιες προτεραιότητες και ποιες κόκκινες γραμμές θα θέτατε;
Προφανώς το ζητούμενο σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα ήταν η διεκδίκηση με στενό, συντεχνιακό πνεύμα κάποιων πόρων παραπάνω που θα αφαιρούνταν αυτόματα από αλλού, αλλά η συμβολή στην συνολική ανάκαμψη της χώρας και των πολιτών της.
Όπως είπαμε και πριν, θα κατέθετα την πλήρη διαφωνία μου με τη λογική της τρόικας ότι η οικονομική ανάπτυξη μπορεί να έλθει αποκλειστικά με τις μειώσεις μισθών και τις απολύσεις, χωρίς τόνωση της ζήτησης. Αντίθετα, όπως η πλειονότητα των οικονομολόγων παγκοσμίως υποστηρίζουν, η στήριξη των ήδη συμπιεσμένων εισοδημάτων και της απασχόλησης είναι απαραίτητη για να σταματήσει ο φαύλος κύκλος της ύφεσης και τελικά για να ενισχυθούν και τα κρατικά έσοδα.
Η κόκκινη γραμμή όλων μας πρέπει να είναι η ανακοπή της ανεργίας και της υφεσιακής καταβύθισης της χώρας και ο μόνος ιστορικά αποδεδειγμένος τρόπος για αυτό είναι η στήριξη των εισοδημάτων και της απασχόλησης. Αντίθετα, «μεταρρυθμίσεις» που μειώνουν στην πράξη τα εισοδήματα, όπως η κατάργηση των ρυθμίσεων προστασίας των εργαζομένων, δεν αποδίδουν αναπτυξιακό αποτέλεσμα, αποτελούν μια νεοφιλελεύθερη μονομανία που δυστυχώς κυριαρχεί σήμερα στις Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Μέσα σε αυτό το γενικό πλαίσιο, η Αυτοδιοίκηση θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό μοχλό στήριξης των πλέον αδικημένων κοινωνικών στρωμάτων και επίσης δημιουργίας θυλάκων τοπικής ανάπτυξης στη βάση της αξιοποίησης των συγκριτικών πλεονεκτημάτων κάθε περιοχής.