Περισσότεροι από 270.000 νεκροί, τουλάχιστον ο μισός πληθυσμός ξεριζωμένος και μια χώρα ερειπωμένη: η εξέγερση στη Συρία κατά του καθεστώτος του Μπασάρ αλ-Ασαντ που ξέσπασε πριν από πέντε χρόνια εξελίχθηκε σε ένα καταστροφικό πόλεμο.
Θύματα
Το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που διαθέτει μεγάλο δίκτυο πηγών πληροφόρησης στη χώρα, έχει μετρήσει 271.138 νεκρούς. Ανάμεσά τους είναι 79.106 άμαχοι από τους οποίους 13.500 είναι παιδιά και 8.760 γυναίκες, σύμφωνα με απολογισμό που δημοσιοποιήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου του 2016.
Η μη κυβερνητική αυτή οργάνωση δεν περιλαμβάνει τους χιλιάδες αγνοούμενους, τους αντικαθεστωτικούς στις φυλακές του καθεστώτος και τα μέλη των δυνάμεων πιστών στον πρόεδρο Ασαντ που κρατούνται από τους αντάρτες και τις τζιχαντιστικές οργανώσεις, όπως το Ισλαμικό Κράτος.
Σε έκθεση που έδωσαν στη δημοσιότητα τον Φεβρουάριο, ερευνητές του ΟΗΕ δήλωσαν ότι χιλιάδες άνθρωποι που κρατούνταν από τις διάφορες εμπλεκόμενες πλευρές έχασαν τη ζωή τους, κατηγορώντας το καθεστώς της Δαμασκού για “εξόντωση” των φυλακισμένων.
Σύμφωνα με συριακή ανθρωπιστική οργάνωση, 177 νοσοκομεία έχουν καταστραφεί και περίπου 700 μέλη του νοσηλευτικού προσωπικού έχουν σκοτωθεί από το 2011.
Η γαλλική μκο Handicap International κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για τον όλεθρο που σκορπούν τα εκρηκτικά όπλα, μιλά για ένα εκατομμύριο τραυματίες (7 Μαρτίου 2016).
Πρόσφυγες και μετανάστες
Στη χώρα αυτή με πληθυσμό περίπου 23 εκατομμύρια πριν από τη σύγκρουση, 13,5 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν πληγεί ή εκτοπιστεί από τον πόλεμο, σύμφωνα με τον ΟΗΕ (στοιχεία 12ης Ιανουαρίου 2016).
“Τουλάχιστον 250.000 παιδιά ζουν υπό άγρια πολιορκία σε περιοχές που έχουν γίνει πραγματικές φυλακές”, κατήγγειλε η μκο Save the Children (Μάρτιο 2016).
Περισσότεροι από 450.000 άνθρωποι ζουν σήμερα πολιορκημένοι στη Συρία, σύμφωνα με τον Ύπατο Αρμοστή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
Ο πόλεμος ανάγκασε επίσης 4,7 εκατομμύρια ανθρώπους να εγκαταλείψουν τη χώρα τους, “ο μεγαλύτερος πληθυσμός προσφύγων για μια μόνο σύγκρουση σε μια γενιά”, δήλωνε τον Ιούλιο του 2015 η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (HCR).
Η Τουρκία είναι σήμερα η χώρα που έχει δεχτεί στο έδαφός της τους περισσότερους από τους πρόσφυγες αυτούς, μεταξύ 2 και 2,5 εκατομμύρια Σύρους.
Ο Λίβανος φιλοξενεί περίπου 1,2 εκατομμύριο, σύμφωνα με επίσημες πηγές. Περισσότερο από τα δύο τρίτα αυτών ζουν σε συνθήκες “ακραίας φτώχειας”, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Στην Ιορδανία, σχεδόν 630.000 έχουν καταγραφεί από την HCR αλλά οι αρχές εκτιμούν ότι ο αριθμός τους ξεπερνά το ένα εκατομμύριο. 225.000 Σύροι έχουν καταφύγει στο Ιράκ και 137.000 στην Αίγυπτο.
Οι πρόσφυγες αντιμετωπίζουν τη φτώχεια, προβλήματα υγείας και αυξανόμενες εντάσεις με τις τοπικές κοινότητες όπου ζουν σε πρόχειρες δομές και σε πολύ δύσκολες συνθήκες.
Μια μεγάλη πλειονότητα των σύρων προσφύγων εξακολουθούν να βρίσκονται στις χώρες της περιοχής, ωστόσο ολοένα και περισσότεροι είναι αυτοί που μεταβαίνουν στην Ευρώπη επιχειρώντας έναν επικίνδυνο και αβέβαιο περίπλου.
Ετοιμοθάνατη οικονομία
Σύμφωνα με ειδικούς, η σύγκρουση έχει πάει πίσω τρεις δεκαετίες την οικονομία της χώρας, καθώς της έχει στερήσει σχεδόν όλα της τα έσοδα και οι περισσότερες της υποδομές της έχουν καταστραφεί.
Το σύστημα της παιδείας και της υγείας είναι επίσης κατεστραμμένα.
Οι εξαγωγές μειώθηκαν κατά 90% από τότε που ξέσπασε η εξέγερση, σύμφωνα με υψηλόβαθμο αξιωματούχο, ενώ η χώρα υφίσταται αυστηρές διεθνείς κυρώσεις.
Σύμφωνα με τον υπουργό Πετρελαίου, οι άμεσες και έμμεσες απώλειες στον τομέα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου ανέρχονται σε 58 δισεκατομμύρια δολάρια (52 δισεκατομμύρια ευρώ).
Το 2015, ένας συνασπισμός 130 μκο δήλωνε ότι η Συρία ζούσε σχεδόν χωρίς φως, με το 83% του δικτύου ηλεκτροδότησης να μην λειτουργεί πλέον εξαιτίας του πολέμου.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ