Τα στοιχεία
Όπως ανέφερε, η Ύπατη Αρμοστεία κατά το 2017 έλαβε αναφορές από 622 επιζήσαντες σεξουαλικής και έμφυλης βίας, από τους οποίους τουλάχιστον το 28% βίωσαν τέτοια περιστατικά μετά την άφιξή τους στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες η κατάσταση είναι ιδιαίτερα ανησυχητική στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) στη Μόρια (Λέσβος) και στο Βαθύ (Σάμος), όπου χιλιάδες πρόσφυγες συνεχίζουν να διαμένουν σε ακατάλληλα καταλύματα με ανεπαρκή ασφάλεια. Περίπου 5.500 άνθρωποι βρίσκονται στα κέντρα αυτά, αριθμός διπλάσιος της αρχικής χωρητικότητάς τους. Στη Μόρια, οι αναφορές περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης είναι πάρα πολλές. Στα δύο αυτά κέντρα, οι τουαλέτες και τα ντους είναι χώροι προς αποφυγή, όταν πέσει η νύχτα, για τις γυναίκες και τους ανήλικους, εκτός αν συνοδεύονται.
Μη τεκμηριωμένα, λέει το Υπουργείο
Το Υπουργείο το Γιάννη Μουζάλα χαρακτήρισε μη τεκμηριωμένη την έκθεση αναφεροντας στο Δελτίο Τύπου που εξέδωσε «Θα περιμέναμε από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες μια εμπεριστατωμένη και επιστημονικά τεκμηριωμένη έκθεση που να βασίζεται και σε συγκεκριμένες καταγγελίες προς τις αρμόδιες αρχές, επίσημα στοιχεία και δεδομένα».
Η αναφορά των στοιχείων
Ο εντοπισμός και η παροχή βοήθειας σε επιζήσαντες παρεμποδίζονται από την απροθυμία τους να αναφέρουν τις επιθέσεις επειδή νιώθουν φόβο, ντροπή ή αβοήθητοι, υπογραμμίζει η Ύπατη Αρμοστεία στην έκθεσή της.
Επίσης, εξηγεί η έκθεση , τα θύματα ανησυχούν μην υποστούν διακρίσεις και αντίποινα ή μη στιγματιστούν.
Ο πραγματικός αριθμός των περιστατικών είναι πιθανότατα πολύ μεγαλύτερος από τα καταγεγραμμένα περιστατικά κατά την Ύπατη Αρμοστεία.
Οι συνθήκες υπερσυνωστισμού εμποδίζουν εκτεταμένες δράσεις προσέγγισης, παροχής βοήθειας και πρόληψης. Για παράδειγμα, στη Μόρια, 30 γιατροί, ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί κρατικών φορέων μοιράζονται τρία δωμάτια, στα οποία εξετάζουν και κάνουν διάγνωση χωρίς καμία ιδιωτικότητα. Η έλλειψη ασφάλειας είναι ένα επιπλέον πρόβλημα. Αν και γίνονται περιπολίες της Αστυνομίας, εξακολουθούν να μην επαρκούν, ιδίως τη νύχτα, και δεν καλύπτουν τις περιοχές δίπλα στα ΚΥΤ όπου μένουν άνθρωποι μέσα σε σκηνές. Οι συνθήκες αυτές προκαλούν όλο και περισσότερη απογοήτευση και αγανάκτηση μεταξύ του πληθυσμού, γεγονός που δημιουργεί ένα δύσκολο και τεταμένο περιβάλλον, αυξάνοντας περαιτέρω τον κίνδυνο περιστατικών σεξουαλικής και έμφυλης βίας.
Οι δραματικές ελλείψεις
Εδω και περισσότερο από δυο χρόνια η Ύπατη Αρμοστεία ζητά να ληφθούν άμεσα μέτρα με τη η κατάλληλη χορήγηση καταλυμάτων – όπου πρωτίστως θα πρέπει να διασφαλίζεται ο διαχωρισμός με βάση το φύλο, για να μην αναγκάζονται οι γυναίκες να στεγάζονται μαζί με άγνωστους άνδρες, καθώς και την διασφάλιση του διαχωρισμού με βάση το φύλο στους χώρους υγιεινής, η ενίσχυση του φωτισμού στους δημόσιους χώρους, η βελτίωση των συνθηκών και των υπηρεσιών, μεταξύ άλλων της ιατρικής και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, καθώς και της πολιτισμικής διαμεσολάβησης, η ενίσχυση των προσπαθειών για τη μείωση του υπερπληθυσμού, κυρίως μέσω συνεχών και αυξημένων μεταφορών στην ενδοχώρα.
Ωστόσο, όπως σημειώνεται από το Υπουργείο σε απάντηση των ανησυχιών που εκφράζει η έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας ,«το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής και όλοι οι συναρμόδιοι φορείς της Πολιτείας συνεργάζονται στενά με όλους τους εμπλεκόμενους θεσμικούς παράγοντες, διεκδικώντας τη βελτίωση των συνθηκών και την αντιμετώπιση των προβλημάτων τόσο στους χώρους Υποδοχής των νησιών, όσο και στις δομές της ενδοχώρας». Στο πλαίσιο αυτό κάθε πρόταση που συμβάλλει στη βελτίωση των συνθηκών «γίνεται δεκτή με ευαρέσκεια από το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, το οποίο καταγράφει και λαμβάνει υπόψη όλες τις σχετικές διαπιστώσεις».