Αύξηση στη μεταναστευτική πίεση στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, κυρίως στη δυτική και ανατολική Μεσόγειο, καταγράφει η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πορεία εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Ατζέντας για τη Μετανάστευση, ζητώντας την περαιτέρω κινητοποίηση των κρατών-μελών.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η έκθεση κάνει λόγο για «σημαντική αύξηση» των ροών από τον Μάρτιο του 2018, τόσο στα νησιά -παρότι δεν φτάνουν σε καμία περίπτωση τα επίπεδα προ της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας (συνολικά 9.349 αφίξεις από την αρχή του έτους)- όσο και στα χερσαία σύνορα (6.108 από την αρχή του έτους, ήτοι εννιά φορές περισσότερες σε σχέση με την ίδια περίοδο το 2017).
Ερωτηθείς κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου αν αυτή η αύξηση πιστοποιεί μη εφαρμογή της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, ο επίτροπος για τη Μετανάστευση, Δημήτρης Αβραμόπουλος, υπογράμμισε ότι η ευρωτουρκική συμφωνία είναι σε ισχύ και παράγει σημαντικά αποτελέσματα. «Κάποτε οι αφίξεις ξεπερνούσαν τις 30.000» σημείωσε, ενώ επιβεβαίωσε ότι η κατάσταση τόσο στα ελληνοτουρκικά σύνορα όσο και στο Αιγαίο είναι «υπό έλεγχο».
Απαντώντας σε άλλη ερώτηση, ο κ. Αβραμόπουλος επισήμανε ότι η Επιτροπή είναι κατά της δημιουργίας φράκτη και ότι, αντίθετα, προσβλέπει σε γέφυρες συνεργασίας με τις γειτονικές χώρες.
Στη δυτική Μεσόγειο, επίσης, η ανοδική τάση συνεχίζεται με περίπου 6.623 αφίξεις από τον Ιανουάριο. Η κατάσταση είναι περισσότερο σταθεροποιημένη στη διαδρομή των δυτικών Βαλκανίων, ενώ στην κεντρική Μεσόγειο συνεχίζεται η καθοδική τάση.
Σε αυτό το πλαίσιο η έκθεση της Επιτροπής επισημαίνει ότι υπάρχουν «σημαντικά κενά» στο προσωπικό και τον εξοπλισμό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Ακτοφυλακής και Συνοριοφυλακής, σε σημείο που «λιγότερες από τις μισές τρέχουσες λειτουργικές ανάγκες μπορούν να ικανοποιηθούν». Καλεί, δε, τα κράτη-μέλη της ΕΕ να αυξήσουν «επειγόντως» την αποστολή πόρων στην υπηρεσία, επισημαίνοντας την ανάγκη ενίσχυσης της παρουσίας της υπηρεσίας στα χερσαία σύνορα Ελλάδας – Τουρκίας, αλλά και Ελλάδας – Αλβανίας και πΓΔΜ.
Εξάλλου, σημειώνει ότι στο επόμενο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο, η Επιτροπή έχει προτείνει την ενδυνάμωση της υπηρεσίας με προσωπικό που θα φτάσει τους 10.000.
«Τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος τόσο εντός της ΕΕ όσο και με τις χώρες εταίρους μας. Ωστόσο, η κατάσταση είναι ακόμα εύθραυστη και η δουλειά μας δεν έχει τελειώσει» ανέφερε επίσης ο Δ. Αβραμόπουλος, υπογραμμίζοντας την ανάγκη να βρεθεί συμφωνία σχετικά με την αναθεώρηση της κοινής πολιτικής ασύλου, τον Ιούνιο. «Γι άλλη μια φορά υπενθυμίζεται ότι δεν έχουμε καθόλου χρόνο για χάσιμο» σημείωσε ο ίδιος.
Επίσης, η Επιτροπή αναφέρεται στις συνθήκες παραμονής των μεταναστών στα νησιά, οι οποίες όπως λέει «παραμένουν λόγος σοβαρής ανησυχίας», λόγω της «βαριάς πίεσης» και του «χαμηλού ρυθμού των διαδικασιών ασύλου», που δυσκολεύουν τις επιστροφές στην Τουρκία.
Η Επιτροπή καλεί την Ελλάδα να βελτιώσει τις συνθήκες αυτές, να επιταχύνει το ρυθμό επιστροφών και να ολοκληρώσει το σχέδιο έκτακτης ανάγκης για τις αυξημένες αφίξεις.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, γενικά, περισσότερα πρέπει να γίνουν για την αύξηση των επιστροφών των μεταναστών που δεν έχουν δικαίωμα παραμονής στην ΕΕ, καθώς μόλις το 36,6% των εντολών επιστροφής εκτελέστηκαν το 2017.
Επιπλέον, η Επιτροπή ζητεί από τα κράτη-μέλη να πραγματοποιήσουν το 50% των επανεγκαταστάσεων προσφύγων για τις οποίες έχουν δεσμευτεί (20 κράτη-μέλη έχουν προσφέρει 50.000 θέσεις) στο πλαίσιο του οικειοθελούς προγράμματος μέχρι τον Οκτώβριο του 2018. Μέχρι στιγμής έχουν πραγματοποιηθεί 1.855 μεταφορές.
Τέλος, η Επιτροπή καλεί τα κράτη-μέλη να συμπληρώσουν το κενό 1,2 δισ. για τη χρηματοδότη του Ταμείου για την Αφρική, το οποίο σημειώνεται πως έχει αποδείξει τη χρησιμότητά του, με συνολικά 147 προγράμματα αξίας 2,59 δισ. ευρώ για τη χρηματοδότηση σημαντικών πρωτοβουλιών, όπως οι οικειοθελείς επιστροφές από τη Λιβύη.