Οι ψηφοφόροι του Σικάγου εξέλεξαν χθες Τρίτη μια μαύρη, δηλωμένη ομοφυλόφιλη, δήμαρχο της πόλης τους, εξέλιξη χωρίς προηγούμενο στην αμερικανική μεγαλούπολη, την οποία σημαδεύουν οι κοινωνικές ανισότητες και η βία που συνδέεται με τα πυροβόλα όπλα.
Η Λόρι Λάιτφουτ, 56 ετών, πρώην ομοσπονδιακή εισαγγελέας, η οποία είχε ιδίως ηγηθεί μιας επιτροπής που έλεγχε τη δράση της αστυνομίας, κέρδισε με διαφορά την Τόνι Πρέκγουινκλ, Δημοκρατική πολιτικό και Αφροαμερικανή όπως και η ίδια.
Η Λάιτφουτ έλαβε το 74% των ψήφων, κατά τις μέχρι στιγμής εκτιμήσεις, με τα περισσότερα ψηφοδέλτια να έχουν πλέον καταμετρηθεί.
Έκανε εκστρατεία με προοδευτικό πρόγραμμα, υποσχόμενη κυρίως να μειώσει τις κοινωνικές και φυλετικές ανισότητες. Οι νότιες και δυτικές συνοικίες, οι φτωχότερες, όπου κατοικούν κατά πλειοψηφία μαύροι, απέχει πολύ από το κέντρο της πόλης, όπου κυριαρχεί ο χρηματοοικονομικός τομέας και όπου έχουν υπάρξει διάφορα προγράμματα οικονομικής ανάπτυξης.
Συντελείται όμως μια «αλλαγή εναντίον του status quo», υποστήριξε πρόσφατα η Λάιτφουτ, κάνοντας μια δηκτική νύξη στην Τόνι Πρέκγουινκλ, 72 ετών, που εκλέγεται σε αιρετά αξιώματα εδώ και πολλές δεκαετίες, νυν επικεφαλής της Κομητείας Κουκ, στην οποία υπάγεται διοικητικά το Σικάγο.
Οι δύο Δημοκρατικές πολιτικοί είχαν επικρατήσει στον πρώτο γύρο των δημοτικών εκλογών στα τέλη του Φεβρουαρίου, συγκεντρώνοντας αντίστοιχα το 17,5% και το 16% των ψήφων. Ξεπέρασαν τους υπόλοιπους 12 υποψήφιους για τη διαδοχή του Ραμ Εμάνιουελ, που βρισκόταν στον δημαρχικό θώκο του Σικάγου από το 2011. Ο άλλοτε ανερχόμενος αστέρας των Δημοκρατικών ανακοίνωσε, προς γενική έκπληξη, πως δεν θα διεκδικούσε τρίτη θητεία.
Στον δήμο του Σικάγου από το 1837 δήμαρχος υπήρξε Αφροαμερικανός μόνο μία φορά και γυναίκα επίσης μόνο μία φορά. Το Σικάγο θα γίνει η μεγαλύτερη πόλη των ΗΠΑ με μια μαύρη γυναίκα επικεφαλής του δημοτικού συμβουλίου.
Η Λόρι Λάιτφουτ θα γίνει επίσης η πρώτη δηλωμένη ομοφυλόφιλη που θα αναλάβει την αυτοδιοίκηση στην πόλη των 2,7 εκατομμυρίων κατοίκων, τον τρίτο μεγαλύτερο δήμο της χώρας, όπου η δυσπιστία ανάμεσα στην αστυνομία και τις εθνικές και φυλετικές μειονότητες είναι εδραιωμένη, οι ανισότητες μεταξύ των συνοικιών βαθιές και η εγκληματικότητα υψηλή.
Πάνω από 550 ανθρωποκτονίες καταμετρήθηκαν το 2018 στο Σικάγο, δηλαδή περισσότερες απ’ όσες στη Νέα Υόρκη και το Λος Άντζελες μαζί, μολονότι τα δύο τελευταία αστικά κέντρα έχουν πολύ περισσότερους κατοίκους.