Στο 45% των περίπου 200 φυσικών τοπίων που έχουν χαρακτηριστεί μέρος της Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την Εκπαιδευτική, Επιστημονική και Επιμορφωτική Οργάνωση των Ηνωμένων Εθνών (UNESCO) διαπράττεται λαθροθηρία, παράνομη αλιεία ή παράνομη υλοτομία, καταγγέλλει σε μια έκθεσή της που δίνεται στη δημοσιότητα σήμερα η μη κυβερνητική οργάνωση Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση (WWF).
«Τα είδη που έχουν συμπεριληφθεί στη CITES (τη Σύμβαση για το διεθνές εμπόριο ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας που απειλούνται με εξαφάνιση) πέφτουν θύματα παράνομης απόσπασης στο 45% των φυσικών τοπίων που έχουν χαρακτηριστεί μέρος της Παγκόσμιας Κληρονομιάς», καταγγέλλει η ΜΚΟ.
Σχεδόν το ένα τρίτο των τίγρεων που ζουν σε άγρια κατάσταση στη φύση και το 40% των ελεφάντων της Αφρικής ζουν στα τοπία του καταλόγου της UNESCO. Τα τελευταία αποτελούν ενίοτε τα τελευταία φυσικά περιβάλλοντα για είδη που απειλούνται με εξαφάνιση: αυτό ισχύει για τους ρινόκερους της Ιάβας, στην Ινδονησία, ή την πυγμαία φώκαινα της Καλιφόρνιας, ένα κητώδες που ζει στον Κόλπο του Μεξικού.
Σύμφωνα με την έκθεση, λαθροθηρία ευάλωτων και απειλούμενων ειδών, πρωτίστως των ελεφάντων, των ρινόκερων και των τίγρεων, καταγράφεται σε τουλάχιστον 43 τοπία της Παγκόσμιας Κληρονομιάς, ενώ περιπτώσεις παράνομης υλοτομίας, περιλαμβανομένων και πολύτιμων ειδών χλωρίδας, όπως του ροδόξυλου ή του εβένου, καταγράφηκαν σε 26 τοπία.
Σε ό,τι αφορά την παράνομη αλιεία, αυτή αναφέρθηκε σε 18 από τα 39 θαλάσσια και παράκτια τοπία που συμπεριλαμβάνονται σήμερα στον κατάλογο.
Η WWF υπογραμμίζει ωστόσο ότι κάθε εκτίμηση για το εύρος των δραστηριοτήτων αυτών είναι εξ ορισμού δύσκολη λόγω της παράνομης φύσης τους.
Η λαθροθηρία στα τοπία της UNESCO θέτει σε κίνδυνο τόσο είδη που απειλούνται με εξαφάνιση, όσο και τις τοπικές οικονομίες, αφού γίνονται πολύ λιγότερο ελκυστικά για τους τουρίστες που θέλουν να θαυμάσουν τα ζώα στο φυσικό τους περιβάλλον.
Η WWF εκτιμά ότι η λαθροθηρία των ελεφάντων στερεί κάθε χρόνο από την αφρικανική ήπειρο έσοδα 25 εκατομμυρίων δολάρια (23,5 εκατ. ευρώ) από τον τουρισμό.
Με ετήσια αξία που εκτιμάται πως κυμαίνεται από 15 ως 20 δισεκ. δολάρια, η αγορά του λαθρεμπορίου ειδών της άγριας πανίδας κατατάσσεται στην τέταρτη θέση παγκοσμίως, υπολειπόμενη μόνο των αγορών των ναρκωτικών, της παραχάραξης και της εμπορίας ανθρώπων, σύμφωνα με την έκθεση της ΜΚΟ.
Σε ό,τι αφορά το παράνομο εμπόριο κατασκευαστικής ξυλείας (ξύλου που προορίζεται για κάθε άλλη χρήση πλην της καύσης για θέρμανση), σε αυτό αποδίδεται το 90% της εκδάσωσης που καταγράφεται στις μεγάλες τροπικές χώρες και υπολογίζεται ότι έχει έσοδα από 30 ως 100 δισεκ. δολάρια τον χρόνο, σύμφωνα με τη WWF.
Στην έκθεση υπογραμμίζεται ότι στη λαθροθηρία ειδών που έχουν συμπεριληφθεί στη CITES επιδίδονται τόσο «τοπικοί πληθυσμοί» όσο και «ξένοι εγκληματίες».
Ωστόσο η WWF επισημαίνει ότι πρέπει να γίνεται διάκριση ανάμεσα στη λαθροθηρία «μικρής κλίμακας» από κατοίκους που θέλουν να τραφούν για παράδειγμα, και τη δραστηριότητα «ευρείας κλίμακας από εγκληματικά δίκτυα».