Υπoγράφηκε χθες η Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) για την ολοκλήρωση της σύνδεσης των παιδιών που βρίσκονται σε δομές παιδικής προστασίας και των υποψηφίων γονέων.
Η απόφαση προβλέπει, για πρώτη φορά, την ακριβή διαδικασία τοποθέτησης παιδιών σε ανάδοχες ή θετές οικογένειες μετά την πρόταση σύνδεσης από το Πληροφοριακό Σύστημα.
Προστατεύει τα προσωπικά δεδομένα και τα δικαιώματα των παιδιών και ορίζει εξειδικευμένους κοινωνικούς λειτουργούς τόσο για το παιδί όσο και για τους υποψήφιους γονείς.
Πιο συγκεκριμένα, η Κοινή Υπουργική Απόφαση προβλέπει ότι:
- Οι κοινωνικοί λειτουργοί, τόσο του παιδιού όσο και του υποψηφίου γονέα ή αναδόχου, ενημερώνονται με ηλεκτρονικό μήνυμα μετά από επιτυχή πρόταση σύνδεσης από το Πληροφοριακό Σύστημα και πραγματοποιούν συνάντηση μεταξύ τους για την ανταλλαγή πληροφοριών αναφορικά με το προφίλ του ανηλίκου και των υποψηφίων.
- Πραγματοποιείται συνάντηση μεταξύ των κοινωνικών λειτουργών και των δύο μερών με τους υποψήφιους γονείς ή αναδόχους με σκοπό την ενημέρωσή τους για το προφίλ του ανηλίκου.
- Πραγματοποιούνται συναντήσεις των υποψηφίων γονέων με τον ανήλικο, υπό την εποπτεία του κοινωνικού λειτουργού του ανηλίκου.
- Σε περίπτωση συμφωνίας, τόσο από πλευράς του ανηλίκου όσο και από πλευράς των υποψήφιων γονέων, ολοκληρώνεται η διαδικασία σύνδεσης εντός ενδεικτικά δύο μηνών και ο ανήλικος τοποθετείται στην οικογένεια.
Σε σχετική ανακοίνωσή του το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, τονίζει ότι με στοχευμένες ενέργειες το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, αφού κατέστησε τα Μητρώα ανηλίκων και υποψηφίων γονέων/αναδόχων πλήρη και λειτουργικά, έχει ξεκινήσει την ψηφιακή σύνδεση παιδιών και υποψηφίων γονέων με τρόπο ενιαίο και διαφανή, ο οποίος διασφαλίζει την ίση μεταχείριση και το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού. “Έτσι, η Κυβέρνηση καλύπτει ουσιαστικά το κενό που άφηνε ο Νόμος του 2018 μεταξύ συνταιριάσματος και τοποθέτησης και όλα τα «σκοτεινά» σημεία» που θα μπορούσαν να προκύψουν”. Συγκεκριμένα, με βάση τη νέα ΚΥΑ, η σύνδεση θεμελιώνεται στη συνεργασία των δύο επαγγελματιών κοινωνικών λειτουργών, οι οποίοι – αποκτώντας διακριτό ρόλο στη σύνδεση για πρώτη φορά – εξασφαλίζουν την καλύτερη εκπροσώπηση των συμφερόντων του παιδιού και των προσδοκιών των υποψηφίων γονέων. Επιπλέον, υπογραμμίζεται ότι σε κάθε στάδιο λαμβάνεται υπ’ όψιν η γνώμη του παιδιού και αποτυπώνεται στο σύστημα. Τέλος, η ευθύνη ενημέρωσης της πορείας της σύνδεσης εναπόκειται στον κοινωνικό λειτουργό των υποψηφίων γονέων, δηλαδή αποκλειστικά σε εκπρόσωπο δημόσιου φορέα.
Όπως δήλωσε η Υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Δόμνα Μιχαηλίδου «Η διαδικασία που ορίζουμε για τη σύνδεση παιδιών με υποψήφιους γονείς έρχεται να καλύψει ένα κενό στον νόμο περί αναδοχών και υιοθεσιών. Έχοντας στο επίκεντρο τη διασφάλιση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού, ψηφιοποιούμε τις διαδικασίες για τη σύνδεση παιδιών και υποψήφιων γονέων και επιμένουμε στον ανθρώπινο παράγοντα – αυτόν των διακριτών κοινωνικών λειτουργών που γνωρίζουν καλύτερα τα χαρακτηριστικά των παιδιών και των υποψηφίων γονέων και μπορούν να κρίνουν αν η τελική τοποθέτηση καθίσταται εφικτή».