Της Μαρίας Ψαρρού, στελέχους της Δημοτικής Κοινωφελούς Επιχείρησης Πολιτισμού – Αθλητισμού Δήμου Κερατσινίου -Δραπετσώνας, υπ. διδάκτωρ τμήματος Επικοινωνίας Μέσων και Πολιτισμού Παντείου Πανεπιστημίου
Με ποιο τρόπο η καλπάζουσα οικονομική κρίση επηρεάζει την τοπική αυτοδιοίκηση;
Από ερευνητικά δεδομένα της Eurostat και της Dexia προκύπτει σημαντική μείωση των τοπικών προϋπολογισμών στα περισσότερα κράτη – μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης κατά τη διετία 2008 -2010, που οφείλεται κατά βάση στη μείωση των φορολογικών εσόδων, περαιτέρω μείωση το 2011 των αντισταθμιστικών μεταβιβάσεων πόρων μεταξύ των διαφόρων επιπέδων διοίκησης σε χώρες με αυξημένα δημοσιονομικά ελλείμματα (Ελλάδα, Ιρλανδία, Ιταλία, Πορτογαλία και Ισπανία) ενώ στη Ρουμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο εισήχθηκαν προγράμματα για τη μείωση των ελλειμμάτων των εθνικών προϋπολογισμών. Παρατηρήθηκε, επίσης, σχετική αύξηση των δαπανών των τοπικών προϋπολογισμών για κοινωνική πρόνοια λόγω των οικονομικών πιέσεων που υφίστανται τα νοικοκυριά.
Σύμφωνα με τη Λευκή Βίβλο της Επιτροπής Διακυβέρνησης και Πολιτικής του International City / County Management Association, που βασίστηκε στην έρευνα του Καθηγητή Δημόσιας διοίκησης και διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας Carl W. Stenberg, οι δυσμενείς οικονομικές συνθήκες που παρουσιάστηκαν παραπάνω και εξακολουθούν να υφίστανται, τελικά θα αναγκάσουν αυτοδιοικητικά στελέχη και αιρετούς να υιοθετήσουν στρατηγικές για την παροχή υπηρεσιών και την προσαρμογή των προύπολογισμών που θα υπερβαίνουν τη λογική του «ως είθισται» που φαίνεται να ανήκει πια στο παρελθόν. Με άλλα λόγια, η επικρατούσα οικονομική ύφεση θα επιφέρει καινοτομίες στο πεδίο αρμοδιοτήτων της τοπικής αυτοδιοίκησης αλλά και ανασχεδιασμό των πρακτικών της, υπό το βάρος των νέων δεδομένων.
Όπως προκύπτει και από παλιότερα ερευνητικά δεδομένα, στα πρώιμα στάδια οι αντιδράσεις τείνουν να είναι συντηρητικές, ενώ με την πάροδο του χρόνου και τη συνακόλουθη ένταση των οικονομικών προκλήσεων, αναλαμβάνονται πιο τολμηρές πρωτοβουλίες. Ο αντίκτυπος των επιδεινούμενων οικονομικών συνθηκών, διαφέρει αισθητά από κράτος σε κράτος. Οι περιοχές με διευρυμένες αρμοδιότητες ως προς την παροχή υπηρεσιών, πολυπληθές ανθρώπινο δυναμικό και ανελαστικές φορολογικές βάσεις ενδέχεται ήδη να βρίσκονται αντιμέτωπες με νέες συνθήκες εργασίας και πολύ νωρίτερα από άλλες πόλεις και χώρες. Με την πάροδο, όμως, του χρόνου τέτοια φαινόμενα αναμένεται να γενικευτούν.
Η επισκόπηση 246 περιπτώσεων που καταγράφηκαν στα ενημερωτικά δελτία του ICMA την περίοδο 15/4/2009 – 15/04/2011, ανέδειξε τα εξής τρία κύρια πρότυπα αντίδρασης της τοπικής αυτοδιοίκησης στην παρατηρούμενη ύφεση:
α) αύξηση αντιτίμων για την παροχή υπηρεσιών όπως η αποκομιδή των απορριμμάτων, ο δημοτικός φωτισμός και η διοργάνωση πολιτιστικών και αθλητικών δραστηριοτήτων,
β) αύξηση των δημοτικών τελών και φόρων κατανάλωσης
γ) περιστολή δαπανών, που ακολουθήθηκε στις περισσότερες περιπτώσεις, με έμφαση στη μείωση προσωπικού και τη συρρίκνωση του εύρους των παρεχόμενων υπηρεσιών, βάσει των πολιτικών, της ζήτησης από την τοπική κοινωνία και των διαθέσιμων πόρων.
Από τους τέσσερις τομείς όπου εφαρμόσθηκαν στρατηγικές αναμόρφωσης (προσωπικό, υπηρεσίες και προγράμματα, συνεργασίες μεταξύ φορέων για την από κοινού παροχή υπηρεσιών και ανασχεδιασμός πρακτικών), οι περισσότερες προτάσεις και ενέργειες αφορούσαν στο προσωπικό. Η έμφαση αυτή είναι αναμενόμενη, δεδομένου ότι μεγάλο ποσοστό των τοπικών προϋπολογισμών αφορούν μισθούς, επιδόματα και αποζημιώσεις. Ενδεχομένως το ενδιαφέρον των πολιτών για την αριθμητική αύξηση των εργαζομένων στην τοπική αυτοδιοίκηση και τα συνεπαγόμενα κόστη, σε συνδυασμό με την φημολογία που συντηρούν και προωθούν τα ΜΜΕ περί παχυλών αμοιβών, προνομιακών όρων απασχόλησης, υπερπληθώρας εργαζομένων, και σκληροπυρηνικών εργατικών σωματείων, συμβάλλουν σε αυτή την τάση.
Οι αιρετοί και τα στελέχη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης επαναπροσδιορίζουν τον πυρήνα των δημοτικών υπηρεσιών και επιδεικνύουν την τάση να βάζουν στο μικροσκόπιο τμήματα και λειτουργίες που μέχρι πρότινος θεωρούνταν θέσφατα. Ταυτόχρονα, συνεχίζουν να είναι επιφυλακτικοί ως προς τη σύναψη συνεργασιών με άλλους φορείς και παρόχους υπηρεσιών ή ως προς τη σύσταση διοικητικών ενοτήτων ή την ανάπτυξη λειτουργιών, με συνεργαζόμενους φορείς προκειμένου να επιτύχουν μεγαλύτερες οικονομίες κλίμακας, αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητα και δικαιοσύνη, αλλά και να περιορίσουν το μέγεθος και τα κόστη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Η δριμύτητα και οι επιπτώσεις του νέων συνθηκών εργασίας διαφέρουν σημαντικά από φορέα σε φορέα. Με ορισμένες εξαιρέσεις, το πλήθος και η τολμηρότητα των στρατηγικών που περιέλαβαν τα ενημερωτικά δελτία του ICMA, συσχετίζονται με την οικονομική ευρωστία των κρατών τους. Οι πόλεις και τα κράτη μόλις αρχίζουν να σκέφτονται στρατηγικές για την αναδιαμόρφωσή τους. Σε αυτή την κρίσιμη στιγμή, οι πολιτικοί κίνδυνοι που ενέχει η υλοποίηση τολμηρών ενεργειών όπως η κατάργηση υπηρεσιών, οι διευρυμένες συνεργασίες μεταξύ φορέων και τομέων και η αναδιανομή αρμοδιοτήτων, φαίνονται να υπερτερούν σε σχέση με τις αντιλαμβανόμενα οφέλη. Είναι πιθανό λόγω της περιστολής των κρατικών προϋπολογισμών, πολλά στελέχη και αιρετοί να χρειστούν να «σκεφθούν το αδιανόητο» σε σχέση με τις στρατηγικές που σχετίζονται με τις προτεραιότητες της παροχής υπηρεσιών και τη διοικητική διάρθρωση.
Σύμφωνα δε με μελέτες για τα κράτη που εκπονήθηκαν από μέλη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Τοπική και Περιφερειακή Δημοκρατία (CDLR) του Συμβουλίου Ευρωπαϊκών Δήμων και Περιφερειών (CEMR) και από ομάδα ανεξάρτητων παρατηρητών, προκρίνονται τρεις στρατηγικές για την αντιμετώπιση της κρίσης:
α. Δημιουργία σταθερής βάσης εσόδων, μέσω της παροχής δυνατοτήτων στους δήμους να μεταβάλλουν τους συντελεστές φόρων ιδιοκτησίας ακινήτων ή εισοδημάτων από εργασία, αλλά και της έγκαιρης ενημέρωσης της τοπικής αυτοδιοίκησης τουλάχιστον ένα χρόνο νωρίτερα για τις επικείμενες μειώσεις προκειμένου να υπάρξει αποτελεσματικός σχεδιασμός για την απορρόφησή τους.
β. Βέλτιστη χρήση των περιορισμένων πόρων, μέσω της ενίσχυσης της διαδημοτικής συνεργασίας ιδίως σε βασικές υποδομές ή κοινές διοικητικές διαδικασίες (π.χ. ανάπτυξη διαδικασιών ελέγχου, συλλογή φόρων, προμήθειες και τεχνολογία της πληροφορίας), μειώσεων των δαπανών μισθοδοσίας χωρίς απολύσεις, πρόσληψης προσωπικού για τον εντοπισμό τρόπων εξοικονόμησης πόρων, διαφάνειας στις προμήθειες και τις δαπάνες του προϋπολογισμού, διευρυμένης χρήσης συγκριτικής αξιολόγησης, σύγκρισης συστημάτων και σχετικών δαπανών, ενώ η συμβολή του ιδιωτικού τομέα στην παροχή δημόσιων υπηρεσιών κοινής ωφέλειας φαίνεται να έχει αντιστραφεί σε μερικές χώρες, και
γ. Δημιουργία συμπράξεων για την αντιμετώπιση μακροπρόθεσμων προκλήσεων με άλλα επίπεδα διοίκησης, τον ιδιωτικό τομέα, τα πανεπιστήμια, κοινωνικές επιχειρήσεις και άλλες μη κυβερνητικές οργανώσεις. Κυριότερες προκλήσεις θεωρούνται:
- η διατήρηση των τοπικών οικονομιών, μέσω της σύμπραξης με άλλους τοπικούς παράγοντες για τον προσδιορισμό σύγχρονων ευκαιριών, την προώθηση τεχνολογικής έρευνας και καινοτομίας, τη βελτίωση δεξιοτήτων σε τοπικό επίπεδο και την παροχή χωροταξικού πλαισίου
- η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής μέσω συμπράξεων με εταιρίες κοινής ωφέλειας και μεταφορών, με εταιρίες «πράσινης» τεχνολογίας
- η υποστήριξη των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, με ιδιαίτερη προσοχή στα παιδιά και τους ηλικιωμένους, δίνοντας προτεραιότητα στα νοικοκυριά που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη.
Συμπεράσματα
Η επισκόπηση των τοπικών αντιδράσεων στη μεγάλη ύφεση της δεκαετίας υποδεικνύει ότι από το 2009 έως το 2011, πόλεις αλλά και κράτη άρχισαν να αναπτύσσουν στρατηγικές για την αντιμετώπιση της κρίσης. Εύλογα, οι σχετικά λιγότερο επίπονες μειώσεις πραγματοποιήθηκαν νωρίτερα, και οι δυσκολότερες επιλογές τίθενται τώρα επί τάπητος. Μέχρι στιγμής, οι περισσότερες αντιδράσεις θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν συντηρητικές και οριακές, παρά τμήματα τολμηρών, καινοτομικών και ολοκληρωμένων προσεγγίσεων.
- Ακόμη και κοινότητες οικονομικά ασθενών κρατών επικεντρώθηκαν σε λύσεις σχετικά χαμηλού κόστους, είτε επειδή απέφυγαν να αυξήσουν τα έσοδα ή δεν είχαν τη θέληση να προβούν σε θεμελιώδεις αλλαγές σε τοπικές λειτουργίες, σχέσεις και δομές.
- Σε αυτή την κρίσιμη στιγμή, παρόλα αυτά, δεν προκύπτει ότι η μεγάλη ύφεση έχει εκ θεμελίων διαφοροποιήσει το σκοπό, την ποιότητα, ή την παροχή υπηρεσιών σε πολλές περιπτώσεις, ούτε έχει μεταβάλει το θεσμικό και διοικητικό πλαίσιο.
- Φαίνεται να υιοθετείται μια περισσότερο υπεύθυνη στάση από τους φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης και να καθιερώνεται η συνετότερη χρήση των ανθρώπινων, οικονομικών και φυσικών πόρων αλλά και η προώθηση των συνεργασιών που αναμένεται να συμβάλει καθοριστικά στην αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση κάθε φύσης προκλήσεων.
- Τα στελέχη των φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και οι αιρετοί εργάζονται σκληρά και ουκ ολίγες φορές προσαρμόζονται επιτυχώς στις νέες συνθήκες. Τρία είναι τα βήματα που προκρίνονται προς αυτή την κατεύθυνση:
- Αξιοποιήση εναλλακτικών εργαλείων (ενδυνάμωση άτυπων δικτύων επικοινωνίας μεταξύ αιρετών και στελεχών σε όμορους δήμους, επέκταση των παρεχόμενων υπηρεσιών μέσω διαδημοτικών συνεργασιών,ανάθεση σε υφιστάμενα όργανα της μελέτης δυνητικών μεθόδων μείωσης δαπανών και διαπραγματεύσεων, ανάθεση υπηρεσιών σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς ή ιδιώτες)
- Μεταφορά και ενοποίηση λειτουργιών από τους οικονομικά ασθενείς δήμους
- Αναθεώρηση των σχέσεων μεταξύ τοπικής αυτοδιοίκησης και κεντρικής εξουσίας.