Eπισκέψιμο σε ολόκληρο το μήκος του (1.036 μέτρα σκαμμένα μέσα στο βουνό που δεσπόζει πάνω από το Πυθαγόρειο της Σάμου), θα είναι στο προσεχές διάστημα το Ευπαλίνειο Όρυγμα, ένα από τα σπουδαιότερα παγκοσμίως, μνημεία ανθρώπινης δεξιοτεχνίας και κατασκευαστικής ικανότητας. Γι’ αυτό και από το 1992 έχει περιληφθεί στον κατάλογο των μνημείων παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείο Πολιτισμού, η υπουργός Λυδία Κονιόρδου δήλωσε από τη Σάμο, ότι υλοποιήθηκε πλέον το βασικό τμήμα της μελέτης που ενέκρινε το υπουργείο Πολιτισμού για την αποκατάσταση, συντήρηση και ανάδειξη του Ευπαλίνειου Υδραγωγείου, κεντρικό τμήμα του οποίου αποτελεί το όρυγμα, η σήραγγα δηλαδή απ’ όπου περνούσαν οι πήλινοι αγωγοί του νερού.
«Είναι μια εμπειρία ζωής η διάβαση του Ευπαλίνειου Ορύγματος. Ας δώσουμε στους εαυτούς μας τον χρόνο να αφουγκραστούμε το μνημείο. Ας ακούσουμε τι έχει να μας πει για τους αρχαίους και για τους σύγχρονους μηχανικούς. Η γνωριμία με το Ευπαλίνειο είναι μια εμπειρία ζωής», δήλωσε η κ. Κονιόρδου, κατά την πρώτη επίσημη παρουσίαση του έργου.
Το Ευπαλίνειο Υδραγωγείο σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε γύρω στα 550 π.Χ. για να υδρεύει -με ασφάλεια και υψηλές προδιαγραφές υγιεινής- την αρχαία πόλη της Σάμου, δηλαδή το σημερινό Πυθαγόρειο. Και λειτούργησε με επιτυχία για 1100 χρόνια. Η μοναδικότητά του οφείλεται στο «αμφίστομο όρυγμά» του – έτσι το αναφέρει ο Ηρόδοτος – που λαξεύτηκε στον βράχο από δυο αρχαία συνεργεία τα οποία ξεκίνησαν το ένα από τη βόρεια πλευρά και το άλλο από τη νότια, και συναντήθηκαν στη μέση της διαδρομής.
Πρόκειται για ένα από τα σπουδαιότερα παγκοσμίως μνημεία ανθρώπινης δεξιοτεχνίας και κατασκευαστικής ικανότητας. Γι αυτό και από το 1992 έχει περιληφθεί στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Είναι ένα σύνθετο τεχνικό έργο που περιλαμβάνει εκτός από το όρυγμα, και δεξαμενή, προσαγωγό και υπόγειο αστικό αγωγό. Η αφετηρία του βρισκόταν σε φυσική πηγή κοντά στην σημερινή περιοχή των Αγιάδων.
Η συστηματική ανασκαφή του Ευπαλίνειου πραγματοποιήθηκε το 1971-73 από το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο. Διευθυντής του τότε ήταν ο Ulf Janzen ενώ ο Herman Kienast ήταν εκείνος που έκανε την πρώτη εμπεριστατωμένη μελέτη του. Όμως από τα μέσα του ΄70 μέχρι τα τέλη του 2013, για 40 χρόνια, το μοναδικό τμήμα του ορύγματος που ήταν επισκέψιμο , ήταν τα πρώτα 130 μέτρα από τη νότια είσοδό του..
Εκπονήθηκε λοιπόν από την διεπιστημονική ομάδα της ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ ΑΕ και την ΕΔΑΦΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ, μια μελέτη για την αποκατάσταση και ανάδειξη του μνημείου, η οποία εγκρίθηκε από το yπουργείο Πολιτισμού. Και το 2012 εντάχθηκε στο επιχειρησιακό πρόγραμμα του ΕΣΠΑ 2007-2013.
Στα τέλη του 2013 ξεκίνησε η υλοποίηση του βασικού τμήματος της μελέτης που αφορούσε το Όρυγμα και την αρχαία Δεξαμενή. Το έργο κόστισε συνολικά 3,1 εκατομμύρια ευρώ και σήμερα είναι πλέον επισκέψιμο το σύνολο των 1.036 μέτρων της σήραγγας. Ήδη προσλήφθηκαν πέντε φύλακες με επτάμηνες συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου και στο προσεχές διάστημα το έργο θα αποδοθεί στο κοινό.
Έχει εξασφαλιστεί η ευστάθεια της σήραγγας/ορύγματος, συντηρήθηκαν οι λίθινες επενδύσεις της, τοποθετήθηκαν μεταλλικές σχάρες στα ανοιχτά τμήματα της τάφρου που διατρέχει το όρυγμα, κατασκευάστηκαν προστατευμένοι διάδρομοι επίσκεψης και εγκαταστάθηκε σύστημα ήπιου φωτισμού.
Είναι σημαντικό και το ότι με την ευκαιρία των εργασιών αποκαλύφθηκαν ευρήματα αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, όπως κτιριακά κατάλοιπα, επιγραφές των αρχαϊκών χρόνων και πλήθος κινητών αντικειμένων, νομίσματα της βυζαντινής περιόδου και οστά ζώων που εμπλουτίζουν την επιστημονική τεκμηρίωση της κατασκευής και της λειτουργίας του μνημείου σε όλη την ιστορία του.
Η σημερινή αποκατάσταση, συντήρηση και ανάδειξη του Ορύγματος και της αρχαίας Δεξαμενής πραγματοποιήθηκε χάρη σε μια ευρεία συνεργασία:
Το έργο είχε φορέα υλοποίησης τις υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού και εκτελέστηκε κατόπιν δημόσιου διαγωνισμού από την εταιρεία EDRATEC ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΑΒΕΤΕ με βάση εγκεκριμένη μελέτη και με Διευθυντή έργου τον Πολιτικό Μηχανικό Αθανάσιο Ταμπακόπουλο.
Η επίβλεψη έγινε από τη Διεύθυνση Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων (ΔΑΑΜ) με Διευθυντή τον Δ. Σβολόπουλο, προϊστάμενο τμήματος έργων τον Π. Χατζημήτρο και: επιβλέποντες τους: Β. Σούλη, Θ. Κάλφα, Γ, Σώρα. Υπηρεσίες Τεχνικού Συμβούλου παρείχαν οι Κ. Ζάμπας και Γ. Ντουνιάς με βασικούς συνεργάτες τον Πολιτικό Μηχανικό Κ. Παπαντωνόπουλο και τον Ηλεκτρολόγο Μηχανολόγο Β. Κωνσταντινίδη υπό την επίβλεψη των Β. Σούλη και Σ. Σπυροπούλου. Την αρχαιολογική εποπτεία των επεμβάσεων είχε η Εφορεία Αρχαιοτήτων Σάμου-Ικαρίας και ο προϊστάμενος Π. Χατζηδάκης. Απ’ την πλευρά της, η Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων (ΔΣΑΝΜ) υλοποίησε με αυτεπιστασία το υποέργο της συντήρησης των λίθινων επιφανειών και επιγραφών του Ευπαλίνειου Υδραγωγείου, με υπεύθυνες την Δ. Παπαϊωάννου και την Αικατερίνη Ευθυμίου .
Το Ευπαλίνειο γίνεται έτσι ένας από τους πιο συναρπαστικούς αρχαιολογικούς προορισμούς της χώρας. Και μαζί με το Ηραίον που εντάσσεται επίσης στον κατάλογο της UNESCO και είναι οργανωμένος αρχαιολογικός χώρος, δίνει δυναμική σε ένα λαμπρό σύνολο μνημείων, όπου περιλαμβάνονται και η Αρχαία Ακρόπολη (στην κορυφή του βουνού), επίσης τα Αρχαία Λατομεία (δίπλα σχεδόν στο μονοπάτι βόρειου-νότιου στομίου), και τα κατάλοιπα της αρχαίας Σάμου (Πυθαγόρειο) .