Την γνωστοποίηση ότι η εισφορά σε χρήμα δεν συγκαταλέγεται στις περιπτώσεις των εισφορών που παραγράφονται εντός πενταετίας κάνει σε σχετική διευκρινιστική εγκύκλιο που έχει εκδώσει η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Τοπικής Αυτοδιοίκησης του υπουργείου Εσωτερικών. Συγκεκριμένα η απόφαση του Τμήματος Εσόδων επισημαίνει ότι τυχόν ποσά τα οποία έχουν βεβαιωθεί ως οφειλές δημοτών και επιχειρήσεων εισφορών για δημιουργία πλατειών, πάρκων κ.α., δεν συμπεριλαμβάνονται στο νόμο που προβλέπει διαγραφή μέσα σε ένα διάστημα πέντε ετών. Η αρμόδια διεύθυνση γνωστοποιεί τη σχετική εγκύκλιο στις αποκεντρωμένες διοικήσεις, από τις οποίες και ζητεί να ενημερώσουν τους δήμους. Στην εγκύκλιο τονίζεται ότι οι δήμοι μπορούν να εγγράψουν τα επίμαχα ποσά στους προϋπολογισμούς τους. Όπως επισημαίνεται σύμφωνα με την αρχή της ετήσιας διάρκειας του προϋπολογισμού και της αυτοτέλειας των χρήσεων, τα χρηματικά ποσά που βεβαιώνονται κατ’ έτος, από την εισφορά σε χρήμα και τα οποία εισπράττονται σε δόσεις, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 4 του Π.Δ. 5/1986. Η σχετική ερμηνεία είναι σημαντική και για τους δήμους, όπου ξενοδοχειακές μονάδες έχουν προχωρήσει σε μεγάλης κλίμακας έργων και παρεμβάσεων. Σύμφωνα με το νόμο οι ξενοδοχειακές μονάδες είναι υποχρεωμένες να καταβάλουν εισφορά σε γη. Όμως η εισφορά αυτή μπορεί να μετατραπεί και σε εισφορά χρήματος. Αξιοποιώντας τις διατάξεις του άρθρου 4 του Π.Δ. 5/1986 μπορούν να προχωρήσουν σε διακανονισμό. Τι προβλέπει το άρθρου 4 του Π.Δ. 5/1986 άρθρο 4.
1. Οι εισφορές σε χρήμα ή το μετά την προείσπραξη του 20% μέρος
τους καταβάλλονται:
α) Μέχρι του ποσού των 100.000 δρχ. σε 12 ισόποσες άτοκες μηνιαίες
δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέσα στον επόμενο από τη
βεβαίωση μήνα. Κάθε δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 5.000 δρχ.
β) Από ποσό μεχρι το ποσο 300.000 δρχ. σε 12 ισόποσες άτοκες
τριμηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέσα στον επόμενο μήνα από τη βεβαίωση στο αρμόδιο Δημόσιο Ταμείο. Η καταβολή τους αρχίζει στη διάρκεια του τριμήνου που βεβαιώθηκε, κάθε δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 10.000 δρχ.
γ) Από ποσό 300.001 δρχ. (και πάνω) σε 12 ισόποσες άτοκες εξαμηνιαίες
δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι 30 Ιουνίου, η δεύτερη
μέχρι 31 Δεκεμβρίου, κλπ.
Αν ο οφειλέτης καταβάλει ολόκληρο το ποσό της εισφοράς μέσα στην
προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης ανάλογα με την περίπτωση
εκπίπτεται από το Δημόσιο Ταμείο ποσοστό 20%.
2. Αν το σύνολο της εισφοράς που βεβαιώθηκε υπερβαίνει το ποσό των
500.000 δρχ. όχι όμως και το ποσό του 1.000.000 δρχ. για την καταβολή
σε δόσεις χρειάζεται προσωπική εγγύηση, αξιόχρεου κατά την κρίση του
αρμόδιου Δημόσιου Ταμείου προσώπου και αν υπερβαίνει το ποσό του
1.000.000 δρχ. απαιτείται εμπράγματη ασφάλεια ή εγγυητική επιστολή
Τράπεζας. Η εμπράγματη ασφάλεια συνίσταται σε παροχή υποθήκης επί του
ακινήτου του υπόχρεου το οποίο υπόκειται σε εισφορά ή αλλου ακινητου
του ίδιου ή τρίτου προσώπου. Η αγοραία αξία των ακινήτων στα οποία
εγγράφεται υποθήκη, πρέπει να είναι μεγαλύτερη κατά ποσοστό 25%
τουλάχιστο από το σύνολο των πληρωτέων δόσεων.
***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Σύμφωνα με την παρ.70 του άρθρου 4 του Ν.2459/1997
(Α 17/Εναρξη ισχύος από την πρώτη του μεθεπομένου μήνα από την δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και καταλαμβάνει τέλη χαρτοσήμου για τα οποία η φορολογική υποχρέωση γεννάται από την ημερομηνία αυτή και μετά), ορίζεται ότι καταργούνται οι απαλλαγές από τέλη χαρτοσήμου οι αναφερόμενες στο άρθρο 5 του Ν.2052/1992 (ΦΕΚ Α 94) το οποίο όριζε προηγούμενα ότι:"Η προβλεπόμενη από την παρ. 2 του άρθρου 4 του π.δ. 5/1986 (ΦΕΚ 2 Α`) υποθήκη απαλλάσσεται από τέλος χαρτοσήμου και εισφορά υπέρ οποιουδήποτε ταμείου ή υπέρ τρίτου".
3. Αν η ασφάλεια δεν παρεισχεθεί μέσα σ ένα τρίμηνο από τη λήξη της
προθεσμίας καταβολής της πρώτης εξαμηνιαίας δόσης, το σύνολο του
ποσού που βεβαιώθηκε καταβάλλεται εφάπαξ από τον υπόχρεο, ειδο-
ποιείται δε για το λόγο αυτό με συστημένη επιστολή από το διευθυντή του
δημόσιου ταμείου. Στην περίπτωση αυτη ο υπόχρεος μπορεί να καταβάλλει
την εισφορά σε εξαμηνιαίες δόσεις, με αίτηση του προς το Ταμείο, που
υποβάλλεται μέσα σε 45 ημέρες απο την ειδοποίησή του, με την προϋπόθεση
όμως της πληρωμής του μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης
ληξιπρόθεσμου ποσού με τις νόμιμες προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής
και την παροχή της ασφάλειας.
Στην περίπτωση που παρέλθει άπρακτη και η προθεσμία αυτη χάνεται
αμετάκλητα το δικαίωμα καταβολής της εισφοράς σε δόσεις και καθίσταται
εφαπαξ απαραίτητη και ληξιπρόθεσμη σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1
του άρθρου 5 του ΚΕΔΕ.