Άρθρο Localit 28 Μαρτίου, 2012

Από το Σικάγο του 1920 στην Αθήνα του 2012

Από την εποχή που ο Παυσανίας περιέγραφε τα βασικά χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει ένας οικισμός για να θεωρηθεί πόλη[1] έως τις μέρες μας, όπου ο ρόλος των παγκοσμιουπόλεων και των Megacities[2] είναι πρωταγωνιστικός, οι μετεξελίξεις του αστικού φαινομένου αποτελούν ένα βασικό στοιχείο των κοινωνικοοικονομικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων.

Μετά τη Βιομηχανική Επανάσταση και την έξαρση του φαινομένου της αστικοποίησης, σε αρκετά μεγάλα αστικά κέντρα της εποχής αρχίζουν να εμφανίζονται προβλήματα συνοχής και να δημιουργούνται γκέτο.

Το φαινόμενο που εντοπίζεται στις ημέρες μας και στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας αποτέλεσε για πρώτη φορά αντικείμενο επιστημονικής μελέτης στα τέλη του 19ου αιώνα.

Τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 10ου αιώνα μία πόλη της Αμερικής, το Σικάγο, συνταράσσεται από τη μετανάστευση. Η «πόλη έκπληξη», όπως χαρακτηρίστηκε από τους ανθρωπογεωγράφους, αποτελούσε καθημερινά σημείο συγκρούσεων μεταξύ λευκών και μαύρων. Η πόλη που μαγνήτιζε τους μετανάστες αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης από πανεπιστημιακούς ερευνητές, οι οποίοι αποτέλεσαν τη «βάση» για τη δημιουργία της Σχολής του Σικάγο, μια σχολή που έκανε την εμφάνισή της στην Αμερική το 1920. Οι δημιουργοί της σ’ ένα διεπιστημονικό επίπεδο κατάφεραν να συνδυάσουν τη φυσική με την ανθρώπινη γεωγραφία. Βασιζόμενοι σε θέσεις που είχαν διατυπωθεί από Ευρωπαίους διανοούμενους, όπως για παράδειγμα τον Ντιρκάιμ, δημιούργησαν τη σχολή της «Ανθρώπινης Οικολογίας». Στο επίκεντρο της μελέτης τους ήταν η αθρόα μετανάστευση και η δημιουργία νέων πολυπολιτισμικών γειτονιών που διογκώνονται στα μεγάλα αστικά συγκροτήματα. Η θεωρία τους, που χαρακτηρίστηκε καινοτόμα, επέδρασε καθοριστικά στην κατανόηση του μετασχηματιζόμενου χώρου της πόλης και της κοινωνικής οργάνωσης. Το κέντρο της πόλης ήταν αντικείμενο ιδιαίτερης μελέτης, καθώς αποτελούσε το βασικό πύρινα των χρήσεων γης. Στο πλαίσιο της έρευνάς τους η πόλη θεωρήθηκε ως ένα «οικοσύστημα», στο οποίο αναπτύχθηκαν διαδραστικές σχέσεις μεταξύ των πληθυσμών. Παρακάτω παρουσιάζονται δύο ενδεικτικά μοντέλα της ανθρωπογεωγραφικής ανάπτυξης στον αστικό ιστό. 

Πίνακας 1

 

Σύμφωνα με το μοντέλο Burgess η δομή του Σικάγο το 1920 διαμορφωνόταν από πέντε ομόκεντρες ζώνες. Μια πρώτη διαπίστωση είναι ότι όσο απομακρυνόμαστε από το κέντρο το εισόδημα των κατοίκων εμφανίζεται αυξημένο.

Στη μεταβατική ζώνη, η οποία βρίσκεται ουσιαστικά στο κέντρο, εντοπίζεται ο θύλακας των μεταναστευτικών κοινοτήτων.

Τέτοιες κοινότητες είναι: η Chinatown, γκέτο, ιταλικές και γερμανικές συνοικίες. Στην 3η ζώνη εντοπίζονται οι εργατικές κατοικίες, ενώ οι εξωτερικές ζώνες 4η και 5η αποτελούν σημεία διαμονής οικονομικά ευκατάστατων πολιτών. Πηγή: Λεοντίδου Λ., Αγεωγράφητος Χώρα (σελ. 91).  

 

Πίνακας 2

 

Ο μελετητής Hoyot το 1937 προχώρησε σε νέα σχηματική αναπαράσταση, σύμφωνα με την οποία διαπιστώνεται ένα φιλτράρισμα που σχετίζεται με την αστική ανάπτυξη. Με βάση το μοντέλο αυτό η σταδιακή ανάπτυξη οδηγεί σε μια διαδοχική εγκατάλειψη των κεντρικών συνοικιών από τους πλούσιους οι οποίοι δημιουργούν νέες μεσοαστικές συνοικίες και συνοικίες υψηλής ποιότητας. Σταδιακά δημιουργούνται νέα προάστια, τα οποία κατοικούνται μόνον από εύπορες τάξεις. Το κέντρο των πόλεων κατοικείται από μετανάστες και γενικά φτωχές εργατικές ομάδες. Πηγή Λεοντίδου Λ., Αγεωγράφητος Χώρα (σελ. 93).

 Παραδείγματα άλλων πόλεων

Το Μάντσεστερ τη δεκαετία του 1840 αποτελούσε σημείο συγκέντρωσης «επισκεπτών» από πολλές χώρες, με συνέπεια να σημειώνονται συχνά συγκρούσεις. Αντίστοιχο παράδειγμα αποτελεί το Λος Αντζελες κατά τις δεκαετίες 1930 και 1940. Οι μελετητές κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα έβαλαν στο μικροσκόπιό τους φτωχογειτονιές όπως το East End του Λονδίνου και το West End της Βοστόνης. Μεταξύ άλλων, στα συμπεράσματά τους, οι κοινωνιολόγοι υποστηρίζουν ότι η πόλη διαλύει τις κοινότητες, εξατομικεύει το ελεύθερο άτομο που «διαφθείρεται» σ’ ένα ετερογενή χώρο. Στην πολυδιάστατη αυτή πραγματικότητα της πόλης η γειτνίαση μεταξύ κοινοτήτων δεν αποτελεί πάντα τη βασική προϋπόθεση για να αναπτυχθούν «φιλικές σχέσεις» ανάμεσα στους ανθρώπους.  

Η ελληνική πραγματικότητα  

Ο ελληνικός ανθρωπογεωγραφικός χώρος, σύμφωνα με τους μελετητές, χαρακτηρίζεται από μια «αυθόρμητη αστικοποίηση»[3]. Το 1990 η καθηγήτρια Ανθρωπιστικών Σπουδών και Ανθρωπογεωγραφίας Λίλα Λεοντίδου διαπίστωνε: «Ο γεωγραφικός χώρος του πολεοδομικού συγκροτήματος της Αθήνας διασχίζεται από ένα νοητό άξονα στα νοτιοδυτικά ως τα βορειοανατολικά, που διαχωρίζει το χώρο της εργατικής στα δυτικά από το χώρο της μεσοαστικής τάξης στα βόρεια ανατολικά». Ο διαχωρισμός αυτός είναι εμφανής και στον πύρινα της πόλης. Για παράδειγμα, η περιοχή γύρω από την Ομόνοια αποτελεί πόλο κατανάλωσης των λαϊκών στρωμάτων, ενώ η περιοχή γύρω από το Σύνταγμα (Ερμού, Κολωνάκι) αποτελεί πόλο κατανάλωσης μεσοαστικών στρωμάτων. Από το 1990 και μετά η μετανάστευση έχει μετασχηματίσει καθοριστικά την κοινωνική γεωγραφία των μεγάλων αστικών κέντρων της Ελλάδας και ιδιαίτερα της Αθήνας. Οι περιοχές γύρω από την Ομόνοια και μέχρι την πλατεία Βικτωρίας έχουν υποβαθμιστεί εμπορικά και οικιστικά. Σύμφωνα με χαρτογράφηση των προβλημάτων, η οποία είχε γίνει επί δημαρχίας Νικήτα Κακλαμάνη, διαπιστώνεται μια συγκέντρωση παράνομων δραστηριοτήτων σε συγκεκριμένα σημεία της Αθήνας. Οίκοι ανοχής, εγκαταλελειμμένα κτίρια, κέντρα διακίνησης ναρκωτικών και λαθρεμπόριο έχουν αποτέλεσμα την υποβάθμιση του ιστορικού κέντρου της πόλης. Η συνεχώς αυξανόμενη συγκέντρωση και μεταναστών σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση και το κλείσιμο επιχειρήσεων προκαλεί εκρηκτικό κλίμα και δημιουργεί όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που έχουν τα γκέτο. (…)

Ο χώρος των αστών εμφανίζει μια κυψελοειδή ανάπτυξη. Ξεκινάει από σημεία του κέντρου, όπως το Κολωνάκι και η Πλάκα, και συνεχίζεται στο Ψυχικό, στη Φιλοθέη και την Κηφισιά.

Σε πολλά σημεία της Αθήνας εντοπίζονται μεικτές χρήσεις γης, γεγονός το οποίο σημαίνει ανάμειξη της κατοικίας και των οικονομικών δραστηριοτήτων. Πολλά κτίρια έχουν εμπορικές, διοικητικές και βιομηχανικές χρήσεις, ενώ αποτελούν συγχρόνως και κατοικίες. Συχνά βιοτέχνες, δικηγόροι και ιατροί μπορεί να κατοικούν στο ίδιο κτίριο που έχουν εργαστήριο ή γραφείο.

 



[1]Μουτσόπουλος Ν., περιοδικό «Αρχαιολογία και Τέχνες», Τ. 64, σ. 29.

[2] Ως μεγαλουπόλεις χαρακτηρίζονται οι πόλεις εκείνες που έχουν πληθυσμό άνω των 10 εκατομμυρίων κατοίκων. Σύμφωνα με το περιοδικό «Foreign Policy» 19 πόλεις του πλανήτη πληρούν τα κριτήρια για να χαρακτηριστούν ως Megacities.

[3] Λεοντίδου Λ., Αγεωγράφητος Χώρα, σ. 217.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Ετικέτες

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Ρεπορτάζ 23 Δεκεμβρίου, 2024
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
Συνεργασία ΕΜΠ-Δήμου Ζωγράφου για τη ποιοτική βελτίωση του περιβάλλοντος στην Πολυτεχνειούπολη

Προγραμματική σύμβαση αορίστου χρόνου στο πλαίσιο της αναβάθμισης και ανάδειξης του αστικού φυσικού περιβάλλοντος, της…

Ρεπορτάζ 23 Δεκεμβρίου, 2024
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
Στη Χάρτα Διαφορετικότητας της Ελλάδας συμμετέχει ο Δήμος Ηρακλείου Αττικής

Στη Χάρτα Διαφορετικότητας της Ελλάδας, μια πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την προώθηση της Διαφορετικότητας…

Ρεπορτάζ 23 Δεκεμβρίου, 2024
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
Το πρόγραμμα μακροχρόνιας φροντίδας «Φροντιστής της Γειτονιάς» προανήγγειλε η Σοφία Ζαχαράκη

Ένα νέο πρόγραμμα, αυτό του «Φροντιστή της Γειτονιάς», το οποίο θα υλοποιηθεί τον επόμενο χρόνο,…