Η Λειψία, η μεγαλύτερη πόλη του ομόσπονδου κράτους της Σαξωνίας στην Γερμανία και η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη στην ανατολική πλευρά της χώρας, αποτελεί μοντέλο για επαναλαμβανόμενη ανάπτυξη.
Μετά την πτώση του Τείχους και την ενοποίηση της Γερμανίας, η Λειψία βίωσε τις τραγικές συνέπειες της αποβιομηχανοποίησης. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα από τις 115.000 θέσεις εργασίας που υπήρχαν μέχρι τότε έμειναν μόλις 12.000, τεράστιες βιομηχανικές μονάδες έκλεισαν ή μεταφέρθηκαν σε άλλες περιοχές και η ανεργία εκτινάχτηκε στο 23%. Στα μέσα της δεκαετίας του ΄90, ο πληθυσμός της πόλης συρρικνώθηκε, πέφτοντας στους 400.000 κατοίκους, εξαιτίας της μετανάστευσης κατοίκων στα αστικά κέντρα της δυτικής Γερμανίας. Ολόκληρες περιοχές μετατράπηκαν σε φαντάσματα.
Παρόλα αυτά, οι κάτοικοι και ο δήμος απέτρεψαν μία συνολική παρακμή, εισάγοντας κίνητρα προσέλκυσης νέων κατοίκων και επιχειρήσεων. Την περίοδο αυτή μπήκαν σε εφαρμογή προγράμματα στήριξης ανέργων και κυρίως επιμόρφωσής τους, ώστε να διαμορφωθούν εξειδικευμένοι εργαζόμενοι στους τομείς της νέας εποχής. Η οικονομική ανάπτυξη της Λειψίας τα τελευταία χρόνια συνδέεται, με την εγκατάσταση στην πόλη, επιχειρήσεων από τους τομείς των Τηλεπικοινωνιών, της Πληροφορικής και της Ενέργειας. Λόγω δε της γεωγραφικής της θέσης, η περιοχή εξελίχθηκε σε κέντρο μεταφορών και παροχής υπηρεσιών logistics.
Ο πληθυσμός αυξήθηκε σύντομα. Οι ευρωπαϊκές περιφερειακές χρηματοδοτήσεις παρείχαν ενεργή στήριξη στην αστική ανάπλαση και στην ανακατασκευή των αποθεμάτων στέγασης.
Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, παρά τη μεγάλη προσπάθεια που καταβλήθηκε από την πλευρά του δήμου και των κατοίκων και την επαφή με οικονομικούς επενδυτές, προκειμένου να διεξαχθεί μία ενσωματωμένη αστική αναπτυξιακή στρατηγική, οι φτωχές συνθήκες των στεγαστικών αποθεμάτων και η παρουσία εγκαταλειμμένων χώρων, αποτελούσαν ακόμα ζητήματα προς επίλυση.
Το δυτικό μέρος της πόλης είχε μεταμορφωθεί μέσω του προγράμματος URBAN II, παρόλα αυτά νέα προγράμματα στήριξης ήταν απαραίτητα για άλλες περιοχές της πόλης.
Σήμερα, με λιγότερες χρηματοδοτικές πηγές, τα διοικητικά στελέχη της Λειψίας αναπροσαρμόζουν και πάλι τη στρατηγική τους για την ανάπτυξη της πόλης. Παρόλο που η στέγαση και η αστική ανάπτυξη παραμένουν προτεραιότητες, η προσοχή έχει εστιαστεί περισσότερο σε άλλους τομείς, όπως ο σχολικός σχεδιασμός, ο πολιτισμός, η εκπαίδευση και η ποιότητα της κοινωνικής ζωής.
Μία πρόταση είναι η δημιουργία μίας πλωτής διαδρομής που συνδέει τα κανάλια της πόλης, με τις λίμνες που την πλαισιώνουν.
Χρησιμοποιώντας την εμπειρία και γνώση των βιώσιμων πόλεων, η Λειψία ηγείται ενός προγράμματος URBACΤ, το LC-FACIL, το οποίο στόχευε στη συνεισφορά για τη διαμόρφωση πλαισίου αναφοράς των ευρωπαϊκών βιώσιμων πόλεων.