Ενώπιον παντός αρμοδίου δικαστηρίου και πάσης αρχής εξώδικη, κατέθεσε εξόδικη διαμαρτυρία η ΠΟΕ –ΟΤΑ. Κεντρικό σημείο διαμαρτυρίας της προσφυγής των εργαζομένων η περικοπή των αποδοχών των απεργούντων υπαλλήλων η οποία πραγματοποιείται επί των καθαρών αποδοχών και όχι επί των μικτών. Η προσφυγή απευθύνεται προς τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών και τον Γενικό Γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, ενώ κοινοποιείται στο Διοικητικό Συμβούλιο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας (Κ.Ε.Δ.Ε.). Ακολουθεί αναλυτικά το σχετικό κείμενο.
*********
Όπως καλά γνωρίζετε σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 37, παρ.2 του κεφαλαίου Στ’ του Ν.1731/1987, η οποία φέρει ως τίτλο: «Αυθεντική ερμηνεία διατάξεων», ορίζεται ότι :
«2. Για την περικοπή των αποδοχών των απεργούντων υπαλλήλων, μετά την καθιέρωση του συστήματος πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας λαμβάνεται υπόψη, για κάθε εργάσιμη ημέρα, το 1/30 των καθαρών μηνιαίων αποδοχών των υπαλλήλων (μετά την αφαίρεση των κρατήσεων πλην φόρου και δανείων), καθώς και το 1/5 των ίδιων αποδοχών για την ημέρα του Σαββάτου».
Από την γραμματική και μόνο ερμηνεία της διάταξης, γίνεται ευκόλως κατανοητό ότι για την περικοπή των αποδοχών των απεργούντων υπαλλήλων, λαμβάνεται υπόψη, για κάθε ημέρα απεργίας, το 1/30 των καθαρών μηνιαίων αποδοχών.
Περαιτέρω, η διάταξη του άρθρου 25 του Ν.3205/2003 με τίτλο: «Περικοπή αποδοχών», προβλέπει ότι σε όλες τις περιπτώσεις αποχής των υπαλλήλων από τα καθήκοντά τους, πλην της απεργίας, ο μήνας λογίζεται για τριάντα (30) ημέρες. Σε περίπτωση απεργίας ο μήνας λογίζεται για είκοσι πέντε (25) ημέρες. Τα ποσά από περικοπή αποδοχών αποδίδονται στους οικείους προϋπολογισμούς από τους οποίους εκταμιεύτηκαν.
Τέλος, με την θέσπιση του Ν.4024/2011, ήτοι με την εφαρμογή του νέου Μισθολογίου-Βαθμολογίου, προβλέφθηκε στη διάταξη του άρθρου 23 αυτού ότι: «Σε όλες τις περιπτώσεις αποχής των υπαλλήλων από τα καθήκοντά τους, ο μήνας λογίζεται για είκοσι πέντε (25) ημέρες. Τα ποσά από οποιαδήποτε περικοπή αποδοχών των υπαλλήλων, λειτουργών και ένστολων του Δημοσίου που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου αποδίδονται στους οικείους προϋπολογισμούς από τους οποίους εκταμιεύτηκαν».
Από όλα τα ανωτέρω προκύπτει εναργώς το συμπέρασμα ότι η περικοπή των αποδοχών των απεργούντων υπαλλήλων πραγματοποιείται επί των καθαρών αποδοχών και ουχί επί των μικτών, ενώ ο μήνας για τον ως άνω υπολογισμό λογίζεται σε είκοσι πέντε (25) ημέρες.
Οι υπηρεσίες σας όμως, όλως καταχρηστικώς και κατά παράβαση της τιθέμενης νομοθεσίας, πραγματοποιούν κρατήσεις στους απεργούντες Δημοσίους Υπαλλήλους στο σύνολο των μικτών τους αποδοχών, συμπεριλαμβανομένου και των εργοδοτικών εισφορών, σύμφωνα με τις οδηγίες που περιέχονται στην με αριθμ. πρωτ.: οικ.2./78400/0022/14-11-2011 εγκύκλιο σας.
Για το ζήτημα αυτό σας έχουμε οχλήσει πολλάκις τους τελευταίους οκτώ (8) μήνες, όπως άλλωστε προκύπτει και από τα με αριθμ. πρωτ.: 64/22-1-2014, 368/11-4-2014 και 15-9-2014 έγγραφά μας, τα οποία αποδεδειγμένα έχετε λάβει γνώση, στα οποία για ακόμη μία φορά σας ζητούσαμε την ανάκληση της οδηγίας με αριθμ. πρωτ.:οικ.2/78400/0022/14-11-2011 εγκυκλίου του Υπουργείου Οικονομικών για τον τρόπο περικοπής των αποδοχών των απεργούντων υπαλλήλων στο Δημόσιο και στους Ο.Τ.Α.
Παρά την παρέλευση ικανού χρονικού διαστήματος, μέσα στο οποίο δεν έχετε προβεί σε καμία απολύτως ενέργεια για την ανάκληση της όλως παράνομης και αυθαίρετης οδηγίας, εσείς ακόμη και σήμερα επιδεικνύεται όλως καταχρηστική και παρελκυστική συμπεριφορά έναντι του σημαντικού αυτού ζητήματος, το οποίο αφορά εκτός από τα μέλη μας και το σύνολο των εν ενεργεία Δημοσίων Υπαλλήλων. Χαρακτηριστικό δε παράδειγμα της συμπεριφοράς που ακολουθούν οι Υπηρεσίες των οποίων ΕΣΕΙΣ προΐσταστε, αποτελεί το γεγονός ότι κατόπιν αποστολής εκ μέρους μας των ως άνω τριών (3) εγγράφων, το Υπουργείο Οικονομικών αρκέστηκε να μας ενημερώσει απλώς ότι απέστειλε το υπ’ αριθμ. πρωτ.: 2/887/0022/2013/24-7-2014 έγγραφό του προς το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους-Διεύθυνση Συνταξιοδοτικής Νομοπαρασκευαστικής Εργασίας και Διεθνών Σχέσεων και προς το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας για το περιεχόμενο του ως άνω αιτήματός μας.
Επειδή η απεργία των Δημοσίων Υπαλλήλων θεωρείται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για τη μισθολογική και βαθμολογική ανέλιξη αυτών, χωρίς όμως να καταβάλλονται στον εργαζόμενο οι αποδοχές του χρονικού διαστήματος της απεργίας, με συνέπεια οι εισφορές να μην βαρύνουν τον εργαζόμενο, παρά μόνο τον εργοδότη.
Επειδή παρά τις συνεχείς οχλήσεις μας για την αποκατάσταση της νομιμότητας ως προς την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων, εσείς συνεχίζετε να εφαρμόζετε οδηγίες, οι οποίες νομικά είναι παντελώς έωλες και βρίσκονται σε ευθεία σύγκρουση με το πνεύμα και το γράμμα του Νόμου.
Επειδή η υπομονή μας και η ανοχή μας εξαντλήθηκε, καθώς σκοπός της παράνομης και καταχρηστικής συμπεριφοράς δεν είναι άλλος από την τρομοκράτηση και οικονομική εξαθλίωση των συμμετεχόντων υπαλλήλων στις απεργιακές κινητοποιήσεις ενάντια στην αντιλαϊκή και αντεργατική πολιτική που εφαρμόζεται και ακολουθείται.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ:
Και με ρητή επιφύλαξη κάθε νομίμου δικαιώματός μας, ενώπιον κάθε αρμόδιου Ποινικού και Αστικού Δικαστηρίου.
ΣΑΣ ΚΑΛΟΥΜΕ:
Όπως άμεσα από την επίδοση σας παρούσης, ανακαλέσετε την υπ’ αριθμ. πρωτ.:οικ.2/78400/0022/14-11-2011 εγκύκλιό σας και κάθε επόμενη συναφή πράξη ή απόφασή σας, καθώς οι οδηγίες που περιέχονται σ’ αυτήν δεν προβλέπονται από καμία διάταξη Νόμου, αλλά από δικές σας και μόνο αυθαίρετες ερμηνείες και κρίσεις.
Όπως άμεσα δώσετε σχετική εντολή οι εκκαθαριστές της μισθοδοσίας να σταματήσουν την παράνομη παρακράτηση των αποδοχών μας και να επιστρέψουν τα παρανόμως παρακρατηθέντα ποσά στους Δημοτικούς Υπαλλήλους-Μέλη μας.
ΑΛΛΩΣ:
Ρητά επιφυλασσόμεθα να στραφούμε, ενώπιον των Ποινικών και Πολιτικών Δικαστηρίων της χώρας, εναντίον κατά παντός πολιτικού ή υπηρεσιακού παράγοντα που ερμηνεύει κατά το δοκούν τις σχετικές διατάξεις εις βάρος του συνόλου των Δημοσίων Υπαλλήλων.
Αρμόδιος Δικαστικός Επιμελητής εντέλλεται να επιδώσει νόμιμα την παρούσα προς:
- 1. Τον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, οδός Πανεπιστημίου 37,
- 2. Τον Γενικό Γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, οδός Πανεπιστημίου 37,
Και να κοινοποιήσει αυτή προς:
- 1. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας (Κ.Ε.Δ.Ε.), Γ. Γενναδίου 8, Αθήνα,
για να λάβουν γνώση και για τις νόμιμες συνέπειες, αφού την αντιγράψει ολόκληρη στην έκθεση επίδοσής του.