Σαν παραμύθι αλλοτινών καιρών μοιάζει η γιορτή που γίνεται κάθε χρόνο στις 6 Σεπτεμβρίου στις όχθες της λιμνοθάλασσας του Αιτωλικού, στις «Αμυγδαλιές». Αρματωμένοι, με τη συνοδεία ήχων ζουρνάδων και νταουλιών χορεύουν και διασκεδάζουν αναπαριστώντας την άνοδο και την κάθοδο των κλεφτών και αρματολών στο βουνό. Κάνοντας αναγωγή στο σήμερα, θα μπορούσε να πει κανείς ότι οι κάτοικοι της περιοχής αποχαιρετούν το καλοκαίρι και υποδέχονται το φθινόπωρο.
Η «τελετή» ξεκινάει το απόγευμα της 6ης Σεπτεμβρίου, ημέρας του Αη Ταξιάρχη (ή Άγιων Ασωμάτων). Ο καπετάνιος συνοδεία των μουσικών «γυφτέων», την ελληνική σημαία και το λάβαρο, ξεκινάει να μαζέψει τα παλικάρια από το χωριό. Κάθε σπίτι έχει τουλάχιστον έναν αρματωμένο, ενώ οι νοικοκυρές έχουν φτιάξει ειδικά για την περίσταση γλυκίσματα και κερνούν τσίπουρο και ούζο. Στην αυλή κάθε σπιτιού αρματωμένοι και επισκέπτες στήνουν χορό, ενώ η σύζυγος ή η μητέρα του αρματωμένου τον αποχαιρετά με ένα συμβολικό τρόπο, δένοντας γύρω από το λαιμό ένα μαντήλι της. Αφού ολοκληρωθεί η «σύναξη» όλοι μαζί θα στήσουν χορό στην πλατεία του χωριού έξω από την εκκλησία. Στη συνέχεια θα κατευθυνθούν προς την έξοδο του χωριού όπου βρίσκεται και το κοιμητήριο, θα κρατήσουν ενός λεπτού σιγή, τιμή στη μνήμη των νεκρών τους και μετά θα συνεχίσουν την πορεία τους προς το ξωκλήσι των Αγίων Ασωμάτων, που βρίσκεται στις όχθες της λιμνοθάλασσας του Αιτωλικού. Εκεί αφού γίνει η λειτουργία, στη συνέχεια θα στηθεί το πρώτο γλέντι.
Η διοργάνωση της γιορτής γίνεται από τον δραστήριο Πολιτιστικό Σύλλογο του χωριού ο «Άη Σώστης». Μια ομάδα γυναικών του χωριού φροντίζει να μη λείψει τίποτα από το τραπέζι των αρματωμένων, ενώ οι νέοι που δεν είναι ντυμένοι, βοηθούν στην εξυπηρέτηση των επισκεπτών. Το αξιοσημείωτο είναι ότι η γιορτή δεν έχει μετατραπεί σε εμπόριο, καθώς ο σύλλογος παρέχει έναντι ενός συμβολικού αντιτίμου, μόνο ποτά και νερό. Τα φαγητά για το κάθε τραπέζι είναι φτιαγμένα ειδικά για την περίσταση από κάθε νοικοκυρά του χωριού. Μάλιστα όλοι μπορούν να έχουν μαζί τους το κρασί και το τσίπουρό τους. Η πρώτη ημέρα της γιορτής προσελκύει αρκετούς επισκέπτες από τα γύρω χωριά, οι οποίοι πάνε για να τιμήσουν τους Αηλιώτες και να διασκεδάσουν. Συχνά βρίσκονται εκεί και επισκέπτες που έχουν έρθει από διάφορα μέρη της Ελλάδας προκειμένου να παρακολουθήσουν από κοντά το πανηγύρι. Νέοι και γηραιότεροι κάτοικοι του χωριού ζουν όλο το χρόνο με την προσμονή της μεγάλης γιορτής.
Από το Αιτωλικό προσέρχονται αρκετοί γλεντοκόποι, μεταξύ αυτών και αρματωμένοι της Αγ. Αγάθης. Παλιότερα πήγαιναν εκεί με τις γαΐτες τους και το βράδυ γυρίζοντας πίσω έδιναν την εντύπωση στόλου από μικρά πλοιάρια, τα οποία μάλιστα συναγωνίζονται ποιο θα περάσει το άλλο. Ο διαπεραστικός ήχος του ζουρνά και ο ρυθμός από το νταούλι ακούγονται από χιλιόμετρα, ενώ όσοι χορεύουν «απογειώνονται» υπό τους ήχους της μουσικής, η οποία καθώς λέγεται πλησιάζει αρκετά στους αρχαιοελληνικούς ρυθμούς των διονυσιακών εορτών. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι ο ήχος αυτός δεν αντιμετωπίζεται με τον ίδιο ενθουσιασμό από όλους τους επισκέπτες. Πάντως όσοι μυηθούν στο ρυθμό της γιορτής, «κόβουν εισιτήριο» και για τα επόμενα χρόνια. Μάλιστα υπάρχουν «πολιτογραφημένοι» θαμώνες, οι οποίοι επισκέπτονται την περιοχή την περίοδο του πανηγυριού εδώ και δεκαετίες.
Η γιορτή το πρώτο βράδυ θα κρατήσει μέχρι τις πρωινές ώρες, όπου και θα δοθεί το σύνθημα από τον καπετάνιο να πάνε να ξεκουραστούν οι αρματωμένοι. Του συνθήματος προηγείται ένα συμβολικό τραγούδι της τάβλας, με το οποίο «ανακοινώνεται» ότι καθώς ξημερώνει τη σκυτάλη για το τραγούδι την παίρνουν τα πουλιά. «Τώρα τα πουλιά, τώρα τα χελιδόνια, τώρα οι πε- τώρα οι πέρδικες. Τώρα οι πέρδικες συχνολαλούν και λένε, …».
Τραγούδια και μνήμες
Η δεύτερη ημέρα ξεκινάει από το σημείο που σταμάτησε την προηγούμενη, δηλαδή με τραγούδια της τάβλας. Αρματωμένοι και μη κάθονται σε ένα μεγάλο τραπέζι δίπλα από τη λιμνοθάλασσα και κάτω από τα πεύκα και τραγουδούν παραδοσιακά τραγούδια. Στα διαλείμματα αναλαμβάνουν να παίξουν μουσικοί, «οι γυφτέοι», οι οποίοι δεκαετίες τώρα αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του πανηγυριού. Ο αείμνηστος Ασημάκης Μπέκος, πατέρας και παππούς των σημερινών μουσικών αγαπήθηκε ιδιαίτερα από τους κατοίκους, οι οποίοι τον θαύμαζαν για το μουσικό του ταλέντο και τη λεβεντιά του. Ψυχή και καρδιά του πανηγυριού για δεκαετίες ήταν ο αείμνηστος Δήμος Μαυρομάτης, δημοσιογράφος και διανοούμενος, ο οποίος καταγόταν από τον Αη Λια. Ήταν ο «καπετάνιος των αρματωμένων» και ο πνευματικός πατέρας όλων των νέων παιδιών. Άλλωστε διέθετε ένα χαρισματικό τρόπο προσέγγισης των νέων οι οποίοι πάντα επεδίωκαν την παρέα και τη συζήτηση μαζί του. Ένα βλέμμα του ήταν αρκετό για να καταλάβουν οι αρματωμένοι τι έπρεπε να κάνουν και τι ήταν το «σωστό». Πάντως αξίζει να σημειωθεί ότι οι κάτοικοι του χωριού έχουν βρει ένα εξαιρετικό τρόπο να θρηνούν για τις απώλειες τους, χωρίς όμως να ματαιώσουν καμία χρονιά το πανηγύρι.
Το τέλος του πανηγυριού
Το πανηγύρι το βράδυ τις δεύτερης ημέρας θα συνεχιστεί στη πλατεία του χωριού. Ανάμεσα στους χορούς θα γίνει και η «παρεξήγηση» αναπαράσταση τσακωμού μεταξύ των αρματωμένων, που θα έχει «τραγική» κατάληξη. Το «νεκρό» παλικάρι ξαπλωμένο στη γη θα επιχειρήσει να αποχαιρετήσει ο «γύφτος» με το ζουρνά. Η μουσική όμως λειτουργεί «μαγικά» και ανασταίνει τον αρματωμένο …και ο χορός συνεχίζεται. Αρκετοί από τους επισκέπτες που δε γνωρίζουν ότι γίνεται αναπαράσταση τρομάζουν καθώς νομίζουν ότι έγινε πραγματική παρεξήγηση. Ανάμεσα στους χορούς της δεύτερης ημέρας είναι και «το πιπέρι». Ο συγκεκριμένος χορός ενδείκνυται μόνο για όσους γνωρίζουν καλά την προφορά της περιοχής καθώς σε αντίθετη περίπτωση διατρέχουν τον κίνδυνο να υποστούν τη τιμωρία της ζώνης. Κατά τα ξημερώματα ξεκινάει και η «μπαντωνάδα». Αρματωμένοι και μη ξεκινούν από τη μια άκρη του χωριού χορεύοντας και τραγουδώντας. Κατά διαστήματα κάθονται κάτω και στη συνέχεια κάνουν «μαρς» και ξεκινούν και πάλι το χορό. Το πανηγύρι θα λάβει τέλος την ώρα που θα βγει ο ήλιος. Εκείνη την ώρα βρίσκονται στην άλλη άκρη του χωριού όπου όλοι μαζί δίνουν τον όρκο της αντάμωσης. «Του χρόνου θα ξαναέρθουμε, Αϊ Ταξιάρχη μας φίλα τα παιδάκια μας και όλα τα Αηλιοτάκια μας». Αντίστοιχα πανηγύρια γίνονται και σε άλλα χωριά της περιοχής διαφορετικές ημερομηνίες του χρόνου.
Ιστορική αναδρομή
Το ξωκλήσι των Αγίων Ασωμάτων βρίσκεται στο βορειοδυτικό άκρο της λιμνοθάλασσας του Αιτωλικού και συγκεκριμένα στην τοποθεσία «Αμυγδαλιές». Όπως διαβάζουμε στην ιστοσελίδα του πολιτιστικού συλλόγου (http://www.psagiosilias.gr) στο χώρο αυτόν υπήρχε παλιό μοναστήρι, το οποίο καταστράφηκε στις αρχές του 18ου αιώνα από ισχυρό σεισμό, που διαχώρισε το ύψωμα, στους πρόποδες του οποίου βρισκόταν το μοναστήρι, σε δύο μέρη. Το ένα καταποντίστηκε στη θάλασσα και το άλλο, απόκρημνο και απότομο, σωζόταν μέχρι το 1960 περίπου, οπότε και καταστράφηκε από τη διάνοιξη του αρδευτικού αύλακα. Στο χώρο του μοναστηριού έγινε το 1775, μετά την αποτυχία του Ορλωφικού κινήματος, μάχη μεταξύ Τουρκαλβανών, που ζητούσαν να παραδοθεί ο πλούτος του μοναστηριού, και των ολιγάριθμων μοναχών του. Η μάχη άρχισε τα μεσάνυκτα και παρατάθηκε μέχρι το βράδυ της επόμενης. Από τους μοναχούς έπεσαν όλοι, αφού πολέμησαν με ηρωισμό και αυταπάρνηση και από τους εχθρούς σώθηκαν μόνο εβδομήντα.
Tο πανηγύρι ξεκίνησε στα 1912 από κάποιο Μαυρομάτη. Αυτός έχοντας όλα του τα αγόρια και τα ανίψια του στο Μπιζάνι σε μια μάχη κυκλώθηκαν από τους Τούρκους και έκανε τάμα, αν γυρίσουν πίσω γερά, θα φτιάξει το μοναστήρι, το οποίο ήταν τότε γκρεμισμένο και να γιορτάζουν πηγαίνοντας αρματωμένοι στις 5 και 6 Σεπτεμβρίου. Κανονικά το πανηγύρι θα έπρεπε να γίνεται στις 8 Νοεμβρίου αλλά επειδή είναι χειμώνας είπαν να γίνεται στις 6 Σεπτεμβρίο