Υπόμνημα Υπουργού Εσωτερικών κ. Τάσου Γιαννίτση με προτάσεις για την χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων, στη συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής
Εισαγωγική τοποθέτηση
Από τις προτάσεις που τα πολιτικά κόμματα κατέθεσαν στην Επιτροπή σας προκύπτουν ορισμένες βασικές διαπιστώσεις οι οποίες παρατίθενται στη συνέχεια, με την επιφύλαξη να έχει υπάρξει διαφορετική ερμηνεία των θέσεων που κατατέθηκαν.
Α. Διαπιστώσεις
1. Σημεία σύμπτωσης απόψεων μεταξύ των κομμάτων
α. Η κρατική χρηματοδότηση των κομμάτων πρέπει να αποτελεί βασική πηγή εσόδων για τα πολιτικά κόμματα, καθώς με τον τρόπο αυτό διαφυλάσσεται η πολιτική τους αυτονομία και περιορίζεται ο κίνδυνος αθέμιτων εξαρτήσεών τους.
β. Αναγνωρίζεται η ανάγκη συμβολής των πολιτικών κομμάτων στην προσπάθεια που καταβάλει το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας για την σταθεροποίηση της οικονομίας. Υπάρχει προβληματισμός για το ύψος της χρηματοδότησής τους.
γ. Το σύνολο των κομμάτων συμφωνεί με τον υπολογισμό του ποσοστού χρηματοδότησης σε απολογιστική βάση, δηλαδή με κριτήριο τα έσοδα που πραγματικά εισπράχθηκαν και όχι αυτά που προϋπολογίστηκαν ως έσοδα στον προϋπολογισμό.
δ. Από το σύνολο των κομμάτων κρίνεται σκόπιμο να διερευνηθούν οι δυνατότητες ενίσχυσης των κομμάτων με παροχές σε είδος (με έμφαση το θέμα του χρόνου προβολής στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα).
δ. Αναγνωρίζεται κατ` αρχήν η ανάγκη ενίσχυσης της ιδιωτικής χρηματοδότησης των κομμάτων με όρους διαφάνειας. Ωστόσο, αντιμετωπίζεται μάλλον αρνητικά από την πλειοψηφία, αν όχι το σύνολο των κομμάτων, η δημοσιοποίηση των ονομάτων των προσώπων που χρηματοδοτούν τα πολιτικά κόμματα με μικρά ποσά.
ε. Αναγνωρίζεται η ανάγκη να τεθεί φραγμός στη χρησιμοποίηση της κρατικής χρηματοδότησης ως εγγύησης για τη σύναψη δανείων με τράπεζες, είτε πλήρως, είτε για διάστημα που θα ξεπερνά το τρέχον ή τα δύο έτη. Ταυτόχρονα υποστηρίζεται η ανάγκη διευθέτησης των υφιστάμενων χρεών στις τράπεζες.
2. Σημεία διαφωνίας μεταξύ των κομμάτων
α. Το ζήτημα ενδεχόμενης διεύρυνσης του ελεγκτικού μηχανισμού γεννά ισχυρές αντιδράσεις. Το ίδιο ισχύει και σε σχέση με το συναφές ζήτημα της δυνατότητας του ελεγκτικού μηχανισμού να έχει πρόσβαση στα στοιχεία των φυσικών προσώπων που συνεισφέρουν στην χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων.
β. Διαφωνία μεταξύ των κομμάτων ανακύπτει όσον αφορά τη συνάρτηση της κρατικής χρηματοδότησης είτε από τη συμμετοχή του εκλογικού σώματος στην εκλογική διαδικασία, είτε από το ύψος της ιδιωτικής χρηματοδότησης, είτε από την πορεία του δημοσιονομικού ελλείμματος.
γ. Διαφορετικές απόψεις εκφράζονται επίσης για το ζήτημα της δυνατότητας χρηματοδότησης των κομμάτων από νομικά πρόσωπα, της υιοθέτησης φοροαπαλλαγών για τις ιδιωτικές χρηματοδοτήσεις, αλλά και της συμμετοχής των κομμάτων σε επιχειρήσεις.
3. Σημεία πιθανής συμφωνίας μεταξύ των κομμάτων
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω διαφαίνεται (με επιφύλαξη) η δυνατότητα μιας συναινετικής κατάληξης στα εξής ζητήματα:
α. Στο ύψος της μείωσης της κρατικής χρηματοδότησης για τα επόμενα χρόνια
β. Στον τρόπο της εφεξής καταβολής της κρατικής χρηματοδότησης.
γ. Στην ενίσχυση της ιδιωτικής χρηματοδότησης με όρους διαφάνειας.
δ. Στους όρους της επιτρεπόμενης τραπεζικής δανειοδότησης των κομμάτων, ίσως και στον τρόπο ρύθμισης των υφιστάμενων χρεών προς τις τράπεζες.
Β. Προτάσεις
Με βάση τις ανωτέρω διαπιστώσεις και σε συνέχεια του από 24 Ιανουαρίου Υπομνήματός μου, με το οποίο έθεσα ένα πλαίσιο συζήτησης και διαλόγου γύρω από τη χρηματοδότηση των κομμάτων, καταθέτω σήμερα στην Επιτροπή σας τις εξής προτάσεις.
1. Κρατική χρηματοδότηση
Η κρατική χρηματοδότηση οφείλει να παραμείνει βασική πηγή χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων. Τούτο συνάδει με την παγιωθείσα και μη αμφισβητούμενη σχετική πρακτική στις περισσότερες χώρες του κόσμου στις οποίες λειτουργεί δημοκρατικό κοινοβουλευτικό πολίτευμα και πάντως σε όλες τις χώρες της ΕΕ.
Η διατήρηση ωστόσο της κρατικής χρηματοδότησης ως βασικής πηγής εσόδων για τα πολιτικά κόμματα πρέπει σήμερα να λάβει σοβαρά υπόψη της τη διαμορφωθείσα κοινωνικοοικονομική κατάσταση και βεβαίως τις δημοσιονομικές μας δυνατότητες. Ιδιαίτερα πρέπει να λάβει υπ’ όψη ότι κάθε κοινωνική ομάδα έχει υποστεί σοβαρές θυσίες λόγω των δημοσιονομικών και άλλων ανισορροπιών και το ερώτημα αν τα κόμματα θα εξαιρεθούν από αντίστοιχη θυσία είναι ένα ανοικτό ερώτημα.
Στο πλαίσιο αυτό:
α. Προτείνεται η διαμόρφωση της κρατικής χρηματοδότησης όχι ως ποσοστό επί των τακτικών εσόδων του προϋπολογισμού, όπως ισχύει σήμερα, αλλά ως συγκεκριμένο ποσό που καθορίζεται ονομαστικά στο νόμο. Το ποσό θα παραμένει σταθερό για μια πενταετία. Το ποσό αυτό σε κάθε περίπτωση δεν θα μπορεί να ξεπερνά το ύψος της χρηματοδότησης που θα ελάμβαναν τα κόμματα εάν διατηρούνταν η υφιστάμενη σήμερα ρύθμιση. Επομένως αν τα τακτικά έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού ήθελε μειωθούν σε τέτοιο βαθμό ώστε το τυχόν καθορισθέν διά νόμου απόλυτο μέγεθος επιχορήγησης να ξεπερνά σε ύψος το ποσό που θα ελάμβαναν τα κόμματα με την σημερινή ρύθμιση, η τελευταία θα λειτουργεί ως ανώτατο όριο για την κρατική χρηματοδότηση.
β. Το ύψος του ποσού της επιχορήγησης να διαμορφωθεί με βάση τα έσοδα που θα εισέπρατταν τα κόμματα εάν η υφιστάμενη ρύθμιση εφαρμοζόταν απολογιστικά για τα έτη 2010 και 2011 μειούμενο κατά ένα ποσοστό που θα μπορούσε να συμφωνηθεί μεταξύ των κομμάτων. Κατά την άποψή μου η μείωση αυτή θα μπορούσε να προσεγγίζει το 20%. Κάνοντας ένα πρόχειρο υπολογισμό το ποσό που θα προέκυπτε θα ανερχόταν σε περίπου 40 εκ ευρώ τακτικής κρατικής χρηματοδότησης ετησίως
γ. Προτείνεται να μειωθεί η χρηματοδότηση των κομμάτων για έρευνα και επιμόρφωση κατά ποσοστό 30% για όσο διάστημα ο κρατικός προϋπολογισμός είναι ελλειμματικός.
δ. Σε ότι αφορά την έκτακτη προεκλογική χρηματοδότηση των κομμάτων προτείνεται αυτή να χορηγείται άπαξ κάθε τέσσερα χρόνια, που αποτελεί τον συνταγματικά προβλεπόμενο χρόνο διενέργειας εκλογών, με αφετηρία τις προσεχείς εκλογές, και να μην παρακολουθεί τον ασταθή πολιτικό κύκλο της χώρας, γεγονός που αυξάνει υπέρμετρα το κόστος των εκλογικών αναμετρήσεων. Ως προς το ύψος του προτείνεται να καθοριστεί ονομαστικά ως συγκεκριμένο (ονομαστικό) ποσό, το οποίο να είναι κατά ένα ποσοστό χαμηλότερο από αυτό που θα χορηγούνταν σήμερα με βάση την ισχύουσα νομοθεσία.
ε. Υπό διαφορετικές συνθήκες θα μπορούσε να εξεταστεί αν ένα τμήμα (π.χ. το ¼) της κρατικής χρηματοδότησης θα μπορούσε να είναι συνάρτηση της συμμετοχής του εκλογικού σώματος στις εκλογές (με κριτήριο το ποσοστό των έγκυρων ψηφοδελτίων). Πιο συγκεκριμένα, θα καθοριζόταν ένα ποσοστό έγκυρων ψηφοδελτίων ως όριο για τη χορήγηση του συνόλου της κρατικής χρηματοδότησης. Εφόσον τα έγκυρα ψηφοδέλτια υπολείπονται του ορίου αυτού κατά 5%, 10%, 15% κ.ο.κ., θα μπορούσε να μειώνεται αναλόγως και το ύψος της κρατικής χρηματοδότησης. Ως σημείο εκκίνησης θα μπορούσε να τεθεί ο αριθμός των έγκυρων ψηφοδελτίων κατά τις τελευταίες γενικές εκλογές (ποσοστό εγκύρων περί το 67%). Αντιστρόφως θα μπορούσε να αυξάνεται το ποσό της κρατικής χρηματοδότησης εφόσον τα έγκυρα ψηφοδέλτια υπερβαίνουν το τιθέμενο όριο. Λόγω της συγκυρίας, η πρόταση αυτή μπορεί να αφεθεί για εύθετο χρόνο.
στ. Η καταβολή της κρατικής χρηματοδότησης να διενεργείται τμηματικά σε τέσσερις δόσεις, ανά τρίμηνο και σε δήλες ημερομηνίες
ζ. Ως προς το ζήτημα των δημόσιων παροχών σε είδος οφείλω να εκφράσω την επιφύλαξή μου για την υποχρεωτική δέσμευση χρόνου προβολής στα ιδιωτικά ραδιοτηλεοπτικά μέσα πέραν της προεκλογικής περιόδου, καθώς ανακύπτουν ζητήματα ελευθερίας του τύπου. Επίσης, θεωρώ ότι η όποια δημόσια παροχή σε είδος προς τα κόμματα θα πρέπει να συνυπολογίζεται ως ποσό στο ύψος της χορηγούμενης κρατικής χρηματοδότησης (π.χ. αποσπασμένοι δημόσιοι υπάλληλοι, τηλεπικοινωνιακές ή άλλες υπηρεσίες). Το θέμα πάντως απαιτεί επεξεργασία πριν φτάσει να οριστικοποιηθεί κάποια άποψη.
2. Ιδιωτική χρηματοδότηση με όρους διαφάνειας
Στο βαθμό που η κρατική χρηματοδότηση ήθελε περιοριστεί είναι σημαντικό να υπάρξει ευελιξία στην ιδιωτική χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων. Σε πολλές χώρες αυτό θεωρείται ένδειξη της εδραίωσης σχέσεων εμπιστοσύνης με τους πολίτες, εφόσον πληρούνται επαρκείς όροι διαφάνειας που δεν θίγουν βέβαια την εσωτερική λειτουργία των κομμάτων.
Στο πλαίσιο αυτό:
α. Υπάρχει συμφωνία για τη διατήρηση του υφιστάμενου καθεστώτος ιδιωτικής χρηματοδότησης ως προς τα φυσικά πρόσωπα τόσο σχετικά με το ύψος και τους όρους της εκ μέρους τους χρηματοδότησης όσο και σχετικά με τα ζητήματα δημοσιότητας.
β. Προτείνεται η αναγνώριση της δυνατότητας χρηματοδότησης των κομμάτων από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου με την προϋπόθεση ότι η χρηματοδότηση αυτή είναι οπωσδήποτε ονομαστικοποιημένη και δημοσιοποιείται στο διαδίκτυο εφόσον ξεπερνά ένα ορισμένο όριο.
γ. Θα μπορούσαν να διερευνηθούν οι προϋποθέσεις αξιοποίησης σύγχρονων μορφών οικονομικής εξόρμησης όπως μέσω τηλεφώνου ή του διαδικτύου.
δ. Θα μπορούσε να αναγνωρίζεται δυνατότητα λήψης από τα κόμματα παροχών σε είδος από ιδιώτες, όπως λ.χ. η παραχώρηση της χρήσης ακινήτου. Σε κάθε περίπτωση η παροχή σε είδος πρέπει να είναι ονομαστικοποιημένη, ώστε να υπάρχει διαφάνεια.
3. Διαδικασία ελέγχου
Το ζήτημα των διαδικασιών ελέγχου της χρηματοδότησης των κομμάτων είναι κρίσιμης σημασίας.
Στο πλαίσιο αυτό:
α. Δεν είναι σκόπιμη μια ανατροπή της σχέσης κοινοβουλευτικής και δικαστικής εκπροσώπησης στην Επιτροπή Ελέγχου. Ωστόσο θα μπορούσε να εξεταστεί η συμμετοχή 1-2 μη κοινοβουλευτικών προσώπων στην Επιτροπή Ελέγχου, ώστε να μην δίδεται η εικόνα ταύτισης ελεγκτή και ελεγχόμενου. Κατά την άποψη μου, μπορεί να διερευνηθεί η δυνατότητα συμμετοχής έμπειρων σε ζητήματα οικονομικών ελέγχων επιστημόνων. Ταυτόχρονα θα πρέπει να καταστεί απολύτως σαφές ότι η Επιτροπή Ελέγχου μπορεί να συνεργάζεται με οποιαδήποτε ελεγκτική αρχή κρίνει αναγκαίο και στους ελέγχους που διενεργούνται για λογαριασμό της δεν μπορεί να προβληθεί το οποιοδήποτε τραπεζικό, χρηματιστηριακό ή φορολογικό απόρρητο.
β. Τα αποτελέσματα των ελέγχων της Επιτροπής θα πρέπει να δημοσιοποιούνται στο διαδίκτυο με τρόπο και σε χρόνο που η ίδια η Επιτροπή κρίνει.
4. Τραπεζική δανειοδότηση
Το ζήτημα της τραπεζικής δανειοδότησης των κομμάτων έχει λάβει σοβαρές διαστάσεις. Η αντιμετώπισή του είναι μεν αναγκαία, καθώς επηρεάζει τη ομαλή τους λειτουργία και αποτελεί ένα επιπλέον πεδίο σφοδρής κριτικής από τους πολίτες, ωστόσο απαιτεί τη συνεργασία του Υπουργείου Οικονομικών. Επομένως, οι όποιες προτάσεις τελούν υπό την αίρεση της προηγούμενης συνεννόησης με το προαναφερθέν Υπουργείο.
Με την επιφύλαξη αυτή, η πρόταση για τα ήδη συναφθέντα δάνεια είναι να υπάρξει μια συμφωνία μεταξύ Κομμάτων, Υπουργείου Οικονομικών και Τραπεζών που έχουν δανείσει κόμματα, τα κεντρικά στοιχεία της οποίας θα ήταν τα εξής:
α. Το 60% των εκάστοτε επιχορηγήσεων θα παρακρατείται και θα καταβάλλεται από το Δημόσιο στις τράπεζες μέχρι την πλήρη αποπληρωμή του υπολοίπου του δανείου.
β. Η συμφωνία αυτή επ’ ουδενί δεν θα αποτελεί εγγύηση ανάληψης του δανείου από το Δημόσιο.
γ. Η συμφωνία αυτή σε καμιά περίπτωση δεν θα ερμηνευτεί ότι μπορεί να επηρεάσει με οποιονδήποτε τρόπο μελλοντικές κυβερνητικές αποφάσεις σχετικές με τη χρηματοδότηση των κομμάτων.
δ. Ταυτόχρονα θα υπάρχει απαγόρευση της σύναψης νέων δανείων με εγγύηση την κρατική χρηματοδότηση έως ότου τα κόμματα που υπαχθούν στην εν λόγω ρύθμιση αποπληρώσουν τα χρέη τους.
ε. Πέραν αυτών, τα κόμματα δεν θα μπορούν να εκχωρούν ως εγγύηση στις τράπεζες για πρόσθετο δανεισμό την κρατική επιχορήγηση πέραν του τρέχοντος ημερολογιακού έτους.
Οι προτάσεις που σήμερα κατατίθενται στην επιτροπή, νομίζω ότι μπορούν να συμβάλλουν στο διάλογο. Άλλωστε τα κόμματα, εν τέλει, είναι εκείνα που θα αποφασίσουν για τις όποιες σκοπούμενες νομοθετικές παρεμβάσεις. Πιστεύω, κρίνοντας από τις ήδη κατατεθείσες προτάσεις και τις σχετικές συζητήσεις μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, ότι περιθώρια σύγκλισης υπάρχουν. Από την πλευρά μου σας εκφράζω τη διαθεσιμότητα των υπηρεσιών του Υπουργείου Εσωτερικών να πράξουμε τα αναγκαία εφόσον υπάρξει η αντίστοιχη πολιτική βούληση των κομμάτων.