Την έναρξη του διαλόγου γύρω από το θέμα της Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης σε θεσμικό επίπεδο ανήγγειλε χθες ο υπουργός Εσωτερικών Μάκης Βορίδης από το βήμα της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Περιφερειών και ειδικότερα τις αλλαγές που προωθούνται στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις.
Συγκεκριμένα ο κ. Βορίδης σημείωσε ότι ανοίγει ο διάλογος σε θεσμικό επίπεδο γύρω από το θέμα της περαιτέρω μεταβίβασης αρμοδιοτήτων στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις καθώς και της αξιολόγησης των υφιστάμενων αρμοδιοτήτων και κατά πόσο αυτές ασκούνται με ικανοποιητικό τρόπο ως προς τους στόχους που τίθενται.
Τόνισε δε, ότι αυτός ο διάλογος συνιστά μέρος μίας ευρύτερης συζήτησης που αφορά στην Πολυεπίπεδη Διακυβέρνηση και γεννά μία σειρά ερωτημάτων για τη συγκρότηση της ίδιας της Δημόσιας Διοίκησης και της κατεύθυνσης που αυτή πρέπει να λάβει.
Ο υπουργός Εσωτερικών ξεκαθάρισε ότι επί του παρόντος η Κυβέρνηση δεν προτίθεται να μεταφέρει την πρωτοβάθμια υγεία και την εκπαίδευση στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Παράλληλα διευκρίνισε ότι η μεταφορά ορισμένων εκ των αρμοδιοτήτων των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων προσκρούει στο Σύνταγμα, ενώ για άλλες θα μπορούσε να γίνει διάλογος.
Υπενθύμισε μάλιστα ότι η άσκηση εποπτείας του κράτους επί των ΟΤΑ απορρέει εκ του Συντάγματος, απαντώντας στους ισχυρισμούς του ΣΥΡΙΖΑ περί «ασφυκτικού πλαισίου εποπτείας».
«Δεν θα ασκούμε έλεγχο των οικονομικών των ΟΤΑ; Και αν πτωχεύσει ένας Δήμος τί θα γίνει; Θέλετε να εισάγουμε μηχανισμό πτωχεύσεως των ΟΤΑ; Ποιος θα παρέχει υπηρεσίες στους δημότες όταν θα έχει καταρρεύσει ο προϋπολογισμός;» ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός, επισημαίνοντας ότι δεν είναι δυνατόν στο όνομα του σεβασμού του ρόλου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης αυτή να μην ελέγχεται.
«Η Τοπική Αυτοδιοίκηση ελέγχεται και ως προς την τήρηση των οικονομικών και ως προς την τήρηση της νομιμότητας» σημείωσε, προσθέτοντας ότι απαιτείται ακεραιότητα και επάρκεια στον τρόπο ελέγχου.
Επιπροσθέτως, επεσήμανε την ανάγκη συγκρότησης ενός νέου μηχανισμού ο οποίος θα συζητά τις αρμοδιότητες που ανακύπτουν από τα ψηφισθέντα νομοσχέδια, θα εκτιμά την αναγκαιότητά τους και θα αποφασίζει το επίπεδο στο οποίο θα απονέμονται, προαναγγέλοντας τη δημιουργία του στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.
«Αυτό συνδέεται με μία ακόμα μεγαλύτερη παρέμβαση που αφορά στη συνολική αξιολόγηση των αρμοδιοτήτων» δήλωσε, χαρακτηρίζοντας το έργο αυτό «μία τεράστια θεσμική παρέμβαση» η οποία απουσίαζε για σειρά δεκαετιών.
Προανήγγειλε μάλιστα ότι η νομοθετική πρόταση του υπουργείου θα έρθει πολύ σύντομα, έχοντας ωστόσο προηγηθεί η απαιτούμενη αρτιότητα και επιμέλεια στην προεργασία της, προκειμένου οι όποιες μεταβιβάσεις αρμοδιοτήτων να είναι σύννομες, συνταγματικές, οικονομικά σταθμισμένες, λειτουργικές και να αποβαίνουν εις όφελος των Ελλήνων πολιτών.