Η Τοπική Αυτοδιοίκηση ως θεσμός, διανύει μια κρίσιμη περίοδο μεγάλης ευθύνης. Όλοι εμείς οι αυτοδιοικητικοί πρώτου και δεύτερου βαθμού, μοιραζόμαστε κοινές αξίες όπως
συνεργασία, αλληλεγγύη, ειλικρίνεια προθέσεων, και καθημερινό αγώνα για την εξεύρεση κοινών λύσεων προς όφελος των πολιτών.
Αξίες και αρχές τις οποίες οφείλουμε να διδάξουμε και στις νέες γενιές των Αυτοδιοικητικών συναδέλφων μας. Σήμερα, ένα από σημαντικότερα προβλήματα που
αντιμετωπίζει η χώρα αλλά και ολόκληρος ο πλανήτης είναι η υγεία και η ασφάλεια σε συνδυασμό με την οικονομία και τον τουρισμό.
Ένα δύσκολο «σταυρόλεξο» που, όπως έδειξε η εμπειρία από διάφορες χώρες, δεν έχει «δίδυμη» εξέλιξη και πορεία. Από την πρώτη ημέρα έξαρσης της πανδημίας είδαμε να
εφαρμόζονται στον κόσμο δύο πολιτικά μοντέλα. Εκείνο που έδινε έμφαση στην Υγεία και το άλλο που είχε ως προτεραιότητα την Οικονομία. Τα αποτελέσματα και στις δύο αυτές
εφαρμογές των πολιτικών είναι σε όλους μας γνωστά.
Παίρνοντας ως παράδειγμα τη χώρα μας, προτιμήσαμε να «σηκώσουμε φρένο» στην οικονομική και την κοινωνική δραστηριότητα προκειμένου να διαφυλαχθεί το
πολυτιμότερο αγαθό κάθε ανθρώπου που είναι η Υγεία. Η προσπάθεια αυτή απέδωσε και αναγνωρίστηκε διεθνώς, πράγμα που, τελικά, λειτουργεί υπέρ του Τουρισμού αφού όλος ο
κόσμος θεωρεί την Ελλάδα έναν αξιόπιστο και ασφαλή προορισμό. Ελπίζουμε στο καλύτερο αλλά δεν αιθεροβατούμε γιατί γνωρίζουμε τις δυσκολίες από τις
μετακινήσεις και τα μέτρα ασφαλείας που θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε σε κάθε ενδεχόμενο έξαρσης της νόσου. Ωστόσο, η ανάγκη επανεκκίνησης της οικονομικής
δραστηριότητας δεν μας αφήνει άλλα περιθώρια αυτοαπομόνωσης.
Το δίλημμα ήταν και είναι αμφίρροπο ως προς τις επιλογές που καλούμαστε να κάνουμε. Θέλω όμως να πιστεύω ότι η κουλτούρα αυτοπροστασίας που έχει αναπτυχθεί τόσο στους
Έλληνες όσο και στους ξένους, με ελάχιστες εξαιρέσεις, θα αποτελέσει την ασπίδα για την αποτροπή δυσλειτουργιών στη διακίνηση των τουριστών. Αυτός ο στόχος αποκτά στις
μέρες μας ακόμα μεγαλύτερη αξία. Ο φόβος και ο δισταγμός των ανθρώπων για τις μετακινήσεις πρέπει να αντικατασταθεί από το πλέγμα ασφάλειας και εμπιστοσύνης που διασφαλίζει κάθε προορισμός διακοπών και η Αυτοδιοίκηση οφείλει να οχυρώσει κάθε γωνιά της χώρας για να αποτρέψουμε κάθε εκτροπή που είναι δυνατή να θέσει σε κίνδυνο την υγεία κατοίκων και επισκεπτών. Με δεδομένο ότι, σύμφωνα με τις προβλέψεις, αν δεν προκύψει κάποιο νέο κύμα στην πανδημία, θα μπορέσουμε να φτάσουμε στα επίπεδα του 2019 σε αφίξεις και έσοδα σε βάθος τριετίας, είναι σαφές ότι ο δρόμος είναι μακρύς και, σίγουρα, δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα.
Τώρα, περισσότερο παρά ποτέ, χρειαζόμαστε κοινές πρωτοβουλίες, αμοιβαία αποδεκτές αποφάσεις, κεντρική στόχευση, εντοπισμό των νέων χαρακτηριστικών των αγορών
αποστολής τουριστών και προσαρμογή στις νέες τάσεις της διεθνούς ζήτησης σε συνδυασμό με τη βελτίωση της προσβασιμότητας και τον εκσυγχρονισμό των υπηρεσιών σε
δημόσιο και ιδιωτικό επίπεδο. Και όλα αυτά μπορούμε να τα πετύχουμε με τη συνεργασία, τη συνεννόηση και τον αμοιβαίο προβληματισμό.
Η ΚΕΔΕ σε συνεργασία με τις Περιφέρειες, ως φορείς έκφρασης των τοπικών κοινωνιών, θα αναλάβει μια σειρά πρωτοβουλιών και δράσεων που έχουν να κάνουν με την
περιβαλλοντική προστασία, την ενίσχυση των δημοσίων επενδύσεων για αναπτυξιακά έργα όπως, μεταξύ άλλων είναι, η προσβασιμότητα από αέρα, θάλασσα και ξηρά, η παροχή
κινήτρων για τις ιδιωτικές επενδύσεις για τη δημιουργία και τον εκσυγχρονισμό των μονάδων φιλοξενίας και η ενδυνάμωση του πρωτογενή τομέα που αποτελεί το αναγκαίο
συμπλήρωμα τη τουριστικής εικόνας της χώρας μας.
Σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ, πρέπει να γίνει έμπρακτα αντιληπτό ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση αποτελεί το «κύτταρο» κάθε τοπικής κοινωνίας. Βρισκόμαστε σε ένα διαρκή
αγώνα διεκδίκησης αρμοδιοτήτων που δικαιούμαστε να έχουμε, αφού εμείς είμαστε υπόλογοι στον κάθε συντοπίτη μας, ανεξάρτητα αν έχουμε την ευθύνη για πράξεις και
παραλείψεις που προκαλούνται από αποφάσεις θεσμικών οργάνων που μας υπερβαίνουν σε επίπεδο άσκησης της εξουσίας.
Ταυτόχρονα, είμαστε «όμηροι» ενός γραφειοκρατικού μηχανισμού με εμπλοκή των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και του Ελεγκτικού Συνεδρίου που, σε πολλές περιπτώσεις,
αλληλοαναιρούνται με αρνητική συνέπεια στην υλοποίηση σημαντικών έργων. Ειδικά τις μέρες της πανδημίας, βιώσαμε και εξακολουθούμε να είμαστε μπροστά σε
φαινόμενα που μας στερούν τη δυνατότητα σημαντικών παρεμβάσεων με πρόδηλα αποτελέσματα στην ίδια την άσκηση της τουριστικής πολιτικής και των εξ αυτής
επιπτώσεων στη στήριξη και την ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών. Και όλα αυτά την ώρα που είναι απόλυτη ανάγκη:
Πρώτον, να επικαιροποιείται η εφαρμοστέα πολιτική σε τακτά διαστήματα, λόγω της ιδιομορφίας του τομέα και της επίδρασής του από εξωγενείς παράγοντες και πέραν από τα
στενά πλαίσια του Τουρισμού (γεωπολιτικές συνθήκες, ασύμμετρες απειλές, οικονομικές και υγειονομικές συνθήκες), αλλά και λόγω του ανταγωνισμού.
Δεύτερον, να εξειδικεύεται σε επίπεδα Περιφερειών, ΠΕΔ και Δήμων ώστε να υπάρχει η αναγκαία προσαρμογή στη διεθνή ζήτηση που συνεχώς εξελίσσεται.
Και τρίτον να υπάρχει σχέδιο επικοινωνιακής αντιμετώπισης κρίσεων με τη σύσταση σχετικής Επιτροπής στην οποία η Αυτοδιοίκηση να έχει και ρόλο και λόγο.
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση μπορεί να αποτελέσει αναπτυξιακό μοχλό και μέσο εξόδου από την κρίση, έχοντας ουσιαστική συμμετοχή στη διαχείριση των προβλημάτων της επόμενης
ημέρας. Αρκεί η κεντρική διοίκηση να μας «εξοπλίσει» με τα απαραίτητα εφόδια.
*Το άρθρο είναι αναδημοσίεση από το ΑΠΕ-ΜΠΕ