Με αίτημα την απόσυρση του πολυνομοσχεδίου του ΥΠΕΝ, που ανοίγει το δρόμο στην ιδιωτικοποίηση του νερού, η «Πρωτοβουλία για τη διασφάλιση της δημόσιας διαχείρισης του νερού» τη Δευτέρα 20 Μαρτίου, ημέρα που κατατίθεται προς ψήφιση στη Βουλή το νομοσχέδιο, πραγματοποιεί συγκέντρωση στη Βουλή στις 16.30.
Στην Πρωτοβουλία συμμετέχουν 72 φορείς μεταξύ των οποίων η ΑΔΕΔΥ, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης Αποχέτευσης (ΠΟΕ ΔΕΥΑ), ο Σύλλογος Επιστημονικού Προσωπικού ΕΥΔΑΠ, το Σωματείο Εργαζομένων Αποχέτευσης ΕΥΔΑΠ, ο Σύλλογος Μηχανικών ΕΥΔΑΠ, το Σωματείο Εργαζομένων ΕΥΑΘ, SOSτε το Νερό (Θεσσαλονίκη).
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Πρωτοβουλίας το πολυνομοσχέδιο του ΥΠΕΝ ανοίγει το δρόμο για την ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών ύδρευσης – αποχέτευσης και της διαχείρισης αστικών αποβλήτων, ενώ παράλληλα περνά μια σειρά αντιπεριβαλλοντικές ρυθμίσεις που διευκολύνουν το χτίσιμο σε αιγιαλούς και υποβαθμίζουν την προστασία περιοχών natura. Επίσης «διευρύνει τις αρμοδιότητες της ΡΑΕ (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας) η οποία μετονομαζόμενη σε Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων αναλαμβάνει επιπλέον τη «ρύθμιση» των υπηρεσιών ύδρευσης, αποχέτευσης και διαχείρισης αστικών αποβλήτων. Αυτό σημαίνει ότι στρώνεται νομικά το έδαφος για την ανάπτυξη αγοράς σε αυτούς τους τομείς κατά τα πρότυπα της αγοράς ενέργειας, τις συνέπειες της οποίας τις βλέπουμε κάθε μήνα στους εξωφρενικούς λογαριασμούς του ρεύματος και του φυσικού αερίου.
Το πολυνομοσχέδιο συνιστά κατάφωρη αντιδημοκρατική εκτροπή επειδή καταπατά τις αποφάσεις 1906/2014, 190 & 191/2022 της Ολομέλειας και 1886/2022 του Δ΄ τμήματος του ΣτΕ, σύμφωνα με τις οποίες το Σύνταγμα δεν επιτρέπει την ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης, το ιδιωτικό Υπερταμείο δεν μπορεί να διαχειρίζεται τέτοιες υπηρεσίες, ο κύκλος των υπηρεσιών ύδρευσης- αποχέτευσης είναι ενιαίος – αδιάσπαστος, υπόκειται σε δημόσιο έλεγχο και το νερό δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται σαν εμπορικό προϊόν.
Η διαφαινόμενη γενίκευση της ιδιωτικοποίησης – εμπορευματοποίησης του τομέα της διαχείρισης των αστικών αποβλήτων (πιθανότατα και της αποκομιδής) θα οδηγήσει σε αύξηση των δημοτικών τελών, απολύσεις εργαζομένων, μεγαλύτερη αδιαφάνεια, ανεξέλεγκτες καταστάσεις όσον αφορά την τήρηση κανόνων προστασίας της υγείας και του περιβάλλοντος. Το τι σημαίνει η παράδοση του τομέα των απορριμμάτων σε ιδιωτικά συμφέροντα το βλέπουμε ήδη στον τομέα της ανακύκλωσης που την διαχειρίζονται ιδιώτες και οι επιδόσεις της χώρας είναι από τις χειρότερες στην Ευρώπη. Το βλέπουμε στη διαιώνιση του μοντέλου των φαραωνικών έργων και λειτουργιών μέσω ΣΔΙΤ που εδώ και μισό αιώνα τρέφουν το τέρας των εγκαταστάσεων διαχείρισης σκουπιδιών στην Φυλή και έχουν μετατρέψει την Δυτική Αττική σε απόπατο του λεκανοπεδίου.
Η γενίκευση της ιδιωτικοποίησης ζωτικών υπηρεσιών κοινής ωφέλειας εκτός από την μείωση του επιπέδου ασφαλείας, την υποβάθμιση της ποιότητας και την αύξηση του κόστους, καθιστά μακροπρόθεσμα το κράτος και την κοινωνία όμηρο ιδιωτικών συμφερόντων. Οι εταιρείες που αναλαμβάνουν τη διαχείριση αυτών αγαθών θα μπορούν ανά πάσα στιγμή να απειλούν και να εκβιάζουν τις κυβερνήσεις για ακόμα πιο συμφέροντες όρους όπως ακριβώς έγινε και με τις αμαρτωλές συμβάσεις του εξοπλισμού τηλεδιοίκησης στα τρένα που είχαν σαν αποτέλεσμα να χαθούν 57 ζωές».