Άρθρο Localit 16 Δεκεμβρίου, 2011

ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΠΟΛΕΩΝ:«Περικυκλωμένη» από πηγές σωματιδιακής ρύπανσης είναι η Αθήνα

Η ποιότητα ζωής, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την περιβαλλοντική ισορροπία, αποτελεί ένα διαρκές ζητούμενο για την αθηναϊκή πρωτεύουσα, και αυτό γιατί  πέρα από τις αυτονόητες επιπτώσεις της στην υγεία των κατοίκων του λεκανοπεδίου, επηρεάζει ζωτικά και άλλες καίριες παραμέτρους της κοινωνικής και οικονομικής ζωής της πόλης.

Ο τουρισμός σε όλες τις σύγχρονες εκφάνσεις του αλλά και οι προσπάθειες που καταβάλλονται στο πεδίο της οικονομικής δραστηριότητας με απώτερο στόχο την ανάπτυξη και την οικονομική ευημερία της Αθήνας, επηρεάζονται καθοριστικά από την ποιότητα του περιβάλλοντός της και τις προοπτικές βελτίωσής του.

Σε αυτό το πλαίσιο, αποτελεί στόχο για όλους τους θεσμικούς φορείς η προσπάθεια βελτίωσης των περιβαλλοντικών παραμέτρων της Αθήνας, η διατήρηση της περιβαλλοντικής της ισορροπίας με τη λήψη των απαιτούμενων μέτρων σε επιθυμητά επίπεδα, αλλά και ένας μεσοπρόθεσμος περιβαλλοντικός σχεδιασμός, που θα αποφορτίσει περιβαλλοντικά την πόλη με τις αναγκαίες πρoς αυτή την κατεύθυνση δράσεις.

Είναι προφανές όμως ότι απαιτείται διαρκής εγρήγορση και από εμάς τους ίδιους τους πολίτες που ζούμε σε αυτή την  πόλη . 

Η ρύπανση από αιωρούμενα σωματίδια, οι ρύποι από την καύση βιομάζας, η  συντελούμενη κλιματική αλλαγή με τις συνεπαγόμενες περιβαλλοντικές μεταβολές όπως η αύξηση στις συγκεντρώσεις του όζοντος, αλλά και η ίδια η γεωφυσική θέση της Αθήνας, αποτελούν τις κεντρικές συνιστώσες της  ατμοσφαιρικής της ρύπανσης.

Μεγάλη περιβαλλοντική έρευνα που βρίσκεται σε εξέλιξη από το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών και το Πανεπιστήμιο Κρήτης, αποτυπώνει με πολύ αυστηρά συστηματοποιημένες μεθόδους, την περιβαλλοντική κατάσταση της πρωτεύουσας σήμερα. Δίνει μια ανάγλυφη εικόνα για τις περιβαλλοντικές προοπτικές της πόλης, ενώ παραθέτει συγκριτικά στοιχεία για τα αντίστοιχα μεγέθη των αερίων ρύπων και για άλλες δυο μεγάλες πόλεις με «συγγενή» περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά της Ανατολικής Μεσογείου, το Κάιρο και την Κωνσταντινούπολη. Τα συμπεράσματα της έρευνας, είναι βέβαιο ότι θα αποτελέσουν έναν περιβαλλοντικό οδοδείκτη για την οικολογική ισορροπία της Αθήνας .

 Σύμφωνα με την έρευνα η Αθήνα βρίσκεται σε ασφυκτικό κλοιό μεταφερόμενης ρύπανσης που προέρχεται από μεγάλα αστικά συγκροτήματα της περιοχής, όπως η γειτονική Κωνσταντινούπολη, από τη Μαύρη Θάλασσα, τα Βαλκάνια, τη βιομηχανική περιοχή της βόρειας Ιταλίας, καθώς και τα αστικά και βιομηχανικά συγκροτήματα της κεντρικής και δυτικής Ευρώπης.  

Η έρευνα που αναφέραμε πιο πάνω  πραγματοποιείται στα πλαίσια του Ερευνητικού Ευρωπαϊκού προγράμματος CITYZEN (megaCITY – Zoom for the ENvironment) που χρηματοδοτήθηκε από το 7ο Πρόγραμμα Πλαίσιο, για τη χρονική περίοδο 2008-2011. Σκοπός του προγράμματος ήταν η μελέτη της διαχρονικής μεταβολής της ρύπανσης στις μεγαλουπόλεις του κόσμου λαμβάνοντας υπόψη την κλιματική αλλαγή, και η επίδραση των εκπομπών των μεγαλουπόλεων στο κλίμα.

Αντικείμενο στόχευσης της ελληνικής συμμετοχής ήταν η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και η μελέτη εστίασε στο πρόβλημα των εκπομπών ρύπων στην Αθήνα, την Κωνσταντινούπολη και το Κάιρο.

Τα μέχρι τώρα δεδομένα δείχνουν ότι η Ανατολική Μεσόγειος αποτελεί σταυροδρόμι αερίων μαζών που συντελούν αθροιστικά στο πρόβλημα της τοπικής ρύπανσης των πόλεων. Το θερμό κλίμα και η ηλιοφάνεια στην περιοχή ευνοούν την παραγωγή δευτερογενών ρύπων που οξύνουν ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Η περιοχή επιβαρύνεται επιπλέον από φυσικές πηγές ρύπανσης όπως η σκόνη από την Αφρική και οι καύσεις βιομάζας. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες παρατηρήθηκε σημαντική βελτίωση στα επίπεδα της ρύπανσης, κυρίως λόγω της μείωσης πρωτογενών εκπομπών στον τομέα των μεταφορών αλλά και τα περιοριστικά μέτρα στις βιομηχανίες. Η αποτελεσματικότητα και ο χρονισμός της βελτίωσης ωστόσο, διαφέρουν από πόλη σε πόλη. Παρά τη βελτίωση συνεχίζουν να υφίστανται σημαντικά προβλήματα αναφορικά με τις υπερβάσεις των θεσμοθετημένων από την ΕΕ ορίων.

Η κλιματική αλλαγή, και ακόμα περισσότερο η αύξηση της θερμοκρασίας , υπολογίζεται ότι θα προκαλέσει αύξηση στις συγκεντρώσεις του όζοντος κατά δύο τουλάχιστον μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο τους καλοκαιρινούς μήνες. 

Η κατάσταση στην Αθήνα  

Σύμφωνα με τον Ευάγγελο Γερασόπουλο Διευθυντή Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης στο Αστεροσκοπείο Αθηνών τις τελευταίες δεκαετίες και  κυρίως μετά το 1990 οι εκπομπές των κυριότερων ρύπων στην Αθήνα έχουν παρουσιάσει μείωση χάρη στα μέτρα που έχουν ληφθεί. Ωστόσο, έχουμε την ατυχία να ζούμε σε μια “γειτονιά” με ιδιαίτερα αυξημένο υπόβαθρο, τόσο σε αέριους όσο και σε σωματιδιακούς ρύπους, λόγω διασυνοριακής ρύπανσης. Επιπλέον, δεν θα πρέπει να αγνοηθεί η ιδιαίτερη τοπογραφία της πόλης που δεν επιτρέπει το συνεχή εξαερισμό της και ευνοεί, σε συνδυασμό και με την μετεωρολογία, τη συγκέντρωση ρύπων σε συγκεκριμένες περιοχές, κυρίως στις παρυφές των ορεινών όγκων που την περικλύζουν. Έχει αποδειχθεί ότι η συνεχής αστικοποίηση και εξάπλωση της πόλης αλλάζει τα χαρακτηριστικά και τη γενικότερη κατανομή των ρύπων. 

Για παράδειγμα, η υπερφόρτωση του κέντρου της πόλης σε οχήματα οδηγεί σε αύξηση των οξειδίων του αζώτου,  που με τη σειρά τους καταναλώνουν το όζον. Μικρότερες ποσότητες οξειδίων του αζώτου σε προαστιακές περιοχές της Αθήνας και διαδικασίες ενδοαστικής μεταφοράς, έχουν σαν αποτέλεσμα υψηλές συγκεντρώσεις όζοντος μακριά από το κέντρο της πόλης. Έτσι έχουμε το οξύμωρο σχήμα τα προάστια των Αθηνών να εμφανίζονται πιο ρυπασμένα όσον αφορά στο όζον, από ότι το κέντρο της Αθήνας. Κατά αναλογία έχουμε μεγάλες εκπομπές αιωρούμενων σωματιδίων στο κέντρο της πόλης και πλησίον τον οδικών αρτηριών, μεγάλο μέρος των οποίων μεταφέρεται και συγκεντρώνεται και στην περιφέρεια της πόλης. Η απουσία χημικής καταστροφής τους, που συντελείται μόνο μέσω αργών φυσικών διεργασιών (εναπόθεση λόγω βαρύτητας ή βροχής), έχει σαν αποτέλεσμα αυξημένα επίπεδα σε όλη την έκταση της Αθήνας. Σε κάθε περίπτωση δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει το ζήτημα της διασυνοριακής ρύπανσης, ιδίως όσον αφορά στα σωματίδια.  

Από προκαταρκτικά στοιχεία της έρευνάς, φαίνεται πως στο κέντρο της πόλης ένα 20% των υπερβάσεων σχετίζεται με την παρουσία σκόνης (είτε από μεταφορά, είτε από επαναιώρηση) και πως το ένα τρίτο αυτών των υπερβάσεων θα είχε αποφευχθεί αν δεν είχαμε μεταφορά σκόνης από την Αφρική. Η έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη, και εντός των επόμενων μηνών θα ολοκληρωθούν οι χημικές αναλύσεις δειγμάτων τόσο σωματιδίων με διάμετρο μικρότερη των 2.5 μικρομέτρων, που είναι τα πλέον

επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία, όσο και των ευρέως γνωστότερων σωματιδίων με διάμετρο μικρότερη των 10 μικρομέτρων. Πρόκειται για μετρήσεις των τελευταίων 4 ετών (2008-2011) που πραγματοποιήθηκαν από το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Κρήτης. Αντίστοιχες μετρήσεις στην Αθήνα έχουν πραγματοποιηθεί μόνο για πολύ μικρότερα χρονικά διαστήματα, και θα είναι η πρώτη φορά που θα έχουμε πλήρη και μακροχρόνιο χημικό προσδιορισμό των διαφορετικών κλασμάτων των σωματιδίων, που θα επιτρέψει την ταυτοποίηση των πηγών στη νέα διαμορφούμενη κατάσταση της πόλης των τελευταίων ετών. Αυτό θα επιτρέψει μεταξύ άλλων και στο διαχωρισμό της συνεισφοράς από φυσικές πηγές (όπως η σκόνη από την Αφρική) στο συνολικό σωματιδιακό φόρτο, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την αποτίμηση της κατάστασης της αέριας ρύπανσης στην Αθήνα, η οποία υπόκειται στα θεσμοθετημένα όρια και την προοπτική επιβολής προστίμων από την ΕΕ. 

Η «εικόνα» του Όζοντος στην Αθήνα   

Οι υπερβάσεις του όζοντος αποτελούν σημαντικό πρόβλημα κατά τις θερμές περιόδους του έτους. Στο κέντρο της Αθήνας και πλησίον τον οδικών αρτηριών το όζον υπερβαίνει το όριο σε ποσοστό μικρότερο του 15% των ημερών. Ωστόσο, όσο απομακρυνόμαστε από το κέντρο το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 40 με 50% των ημερών.  

Η «εικόνα» των σωματιδίων στην Αθήνα 

Τα επίπεδα των αιωρούμενων σωματιδίων είναι αυξημένα καθ όλη τη διάρκεια του έτους ενώ οι περισσότερες υπερβάσεις των ορίων παρατηρούνται κυρίως τους χειμερινούς μήνες. Η γενικότερη μείωση σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες είχε σαν αποτέλεσμα λιγότερες υπερβάσεις. Πιο συγκεκριμένα από το 60% των ημερών όπου είχαμε υπερβάσεις στο κέντρο της Αθήνας την προηγούμενη δεκαετία, το ποσοστό αυτό βρίσκεται πλέον στο 40%. Στις περιφερειακές περιοχές της πόλης ωστόσο τα ποσοστά υπερβάσεων μειώνονται στο ήμισυ. 

Σύγκριση των επιπέδων ρύπανσης στις Μεγαλουπόλεις

Η σύγκριση των επιπέδων ρύπανσης των τριών μεγαλουπόλεων της Ανατολικής Μεσογείου Αθήνα, Κάιρο και Κωνσταντινούπολη αλλά και με άλλες χαρακτηριστικές μεγαλουπόλεις σε όλες τις ηπείρους της Γης έδειξε ότι:

  • Τα επίπεδα του διοξειδίου του αζώτου σε Αθήνα και Κάιρο είναι της αυτής τάξης μεγέθους με τα αντίστοιχα σε Λονδίνο και Πεκίνο, ενώ η Κωνσταντινούπολη ακολουθεί με λίγο χαμηλότερες τιμές.
  • Το όζον είναι σημαντικό πρόβλημα στην περιοχή της Αθήνας αφού εμφανίζει ιδιαιτέρως υψηλές τιμές στα προάστια, 1,5 με δύο φορές περισσότερο από τις αντίστοιχες περιοχές της Κωνσταντινούπολης και του Καΐρου.
  • Το Κάιρο εμφανίζεται ως πρωταθλητής στις εκπομπές μονοξειδίου του άνθρακα και διοξειδίου του θείου, με τιμές 3 έως 5 φορές μεγαλύτερες από ότι σε Αθήνα και Κωνσταντινούπολη. Οι τιμές του μονοξειδίου του άνθρακα στα Κάιρο είναι διπλάσιες από αυτές στο Λος Άντζελες και οι τιμές του διοξειδίου του θείου είναι της ίδιας τάξης μεγέθους με τις απαντώμενες στο Πεκίνο.
  • Υπερτριπλάσιες είναι και οι συγκεντρώσεις των αιωρούμενων σωματιδίων στο Κάιρο σε σύγκριση με την Αθήνα και την Κωνσταντινούπολη. Αντίστοιχες τιμές απαντώνται σε πόλεις όπως το Πεκίνο και η Καλκούτα, ενώ η Κωνσταντινούλη εμφανίζει οριακά υψηλότερες τιμές από την Αθήνα. 

Η ατμοσφαιρική ρύπανση σε Κωνσταντινούπολη και Κάιρο  

Η κατάσταση στην Κωνσταντινούπολη: Το διοξείδιο του αζώτου αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια στις περαστικές περιοχές της πόλης ενώ παράλληλα αυξήθηκε και το όζον στο κέντρο, δείγματα μιας ομοιογενούς και συνεχούς εξάπλωσης της πόλης πέραν ενός τυπικού κέντρου, όπως στην

περίπτωση της Αθήνας. Τόσο το μονοξείδιο του άνθρακα όσο και το διοξείδιο του θείου στην Κωνσταντινούπολη μειώθηκαν δραστικά την τελευταία δεκαετία, με σχετική καθυστέρηση σε σύγκριση με την μείωσή τους στην Αθήνα όπου τα σχετικά μέτρα πάρθηκαν νωρίτερα. 

Η κατάσταση στο Κάιρο : Η μελέτη για την πόλη του Καΐρου παρουσίασε ιδιαίτερα προβλήματα λόγω της οργάνωσης και της ευκολίας διάχυσης των μετρήσεων από τους αρμόδιους φορείς. Το πλέον χαρακτηριστικό εύρημα υπήρξε η υπέρβαση του ορίου των συγκεντρώσεων για τα αιωρούμενα σωματίδια που συντελείται σε ποσοστό 80-90% των ημερών, ενώ χαρακτηριστικά σε ποσοστό 70% οι τιμές υπερβαίνουν ακόμα και το διπλάσιο του ορίου. Βέβαια πρέπει να τονιστεί ότι σε συντριπτικό ποσοστό τα σωματίδια αυτά είναι μεγάλα σωματίδια σκόνης φυσικής προέλευσης από τη γειτονική Σαχάρα, που φιλτράρονται στο άνω αναπνευστικό σύστημα, μειώνοντας την επίδραση στη δημόσια υγεία σε σύγκριση με τα μικρότερα σωματίδια ανθρωπογενούς προέλευσης.                                  

Ο ρόλος των Μεγαλουπόλεων στην Ανατολική Μεσόγειο

Σύμφωνα με την Μαρία  Κανακίδου , υπεύθυνη για τις αριθμητικές προσομοιώσεις μεταφοράς και χημικής μετατροπής ατμοσφαιρικών ρύπων  με τη χρήση αριθμητικών προσομοιώσεων μεταφοράς και χημικής μετατροπής ατμοσφαιρικών ρύπων (μοντέλων) διερευνήθηκε καταρχάς η επίδραση των εκπομπών των μεγαλουπόλεων στα επίπεδα ρύπανσης της περιοχής κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, που παρουσιάζουν αυξημένα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Σε συνδυασμό με τους βόρειας διεύθυνσης ανέμους κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες, βρέθηκε ότι σημαντικό τμήμα του χρόνου το Αιγαίο βρίσκεται υπό την επίδραση του ισχυρού νέφους που προέρχεται από την Κωνσταντινούπολη. Οι προσομοιώσεις καταδεικνύουν επίσης ότι ένα 65% των επιπέδων των λεπτών σωματιδίων στο κέντρο της Αθήνας οφείλεται σε ανθρωπογενείς πηγές της περιοχής Αθηνών, ενώ επιπλέον 10% οφείλεται στις ανθρωποκεντρικές πηγές στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, το υπόλοιπο οφείλεται κύρια σε μεταφερόμενη ρύπανση από μακρύτερες αποστάσεις.

Η συνεισφορά της μεταφερόμενης σκόνης από τη Σαχάρα, κύρια με μορφή αδρών σωματιδίων υπολογίζεται μεταξύ 2 και 10 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο. 

Ένα σημαντικό τμήμα της μελέτης εστιάστηκε στην προσομοίωση των επιπέδων ρύπανσης της περιοχής, σε περίπτωση που επιτελεστεί μια συγκροτημένη προσπάθεια αποκέντρωσης ή καλύτερα αποαστικοποίησης. Μελετήθηκε π.χ. τι θα συμβεί τους καλοκαιρινούς μήνες εάν μέρος του πληθυσμού της Αθήνας, μεταφερθεί σε γειτονικούς νομούς, υποθέτοντας ότι οι συνολικές ανθρωπογενείς εκπομπές από την ευρύτερη περιοχή, παραμένουν στα ίδια επίπεδα με σήμερα. Σε αυτήν την περίπτωση προκύπτει σαφής βελτίωση της ποιότητας αέρα τόσο στο αστικό κέντρο, που είναι και το αναμενόμενο, αλλά και στα επίπεδα ρύπανσης υποβάθρου της ευρύτερης περιοχής (μείωση περίπου 10% στα λεπτά σωματίδια).

Τα συμπεράσματα αυτά δεν ισχύουν για το όζον το οποίο λόγω της περιπλοκότητας της χημικής παραγωγής του, εμφανίζεται να αυξάνει στο αστικό κέντρο. Επιπλέον οι νέες αστικοποιούμενες περιοχές εμφανίζονται να επιβαρύνονται σε ρύπους, ενώ η συνολική έκθεση του πληθυσμού θα μπορούσε να μειωθεί. Περισσότερες μελέτες, για άλλες χρονικές περιόδους και με πιο ακριβή αστικό σχεδιασμό θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη βελτίωση της ποιότητας του αέρα στο λεκανοπέδιο Αττικής. 

Η ταυτότητα της έρευνας

Από την Ελλάδα συμμετείχαν στην έρευνα όπως προαναφέραμε το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών με επικεφαλής τον Διευθυντή Ερευνών του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης Δρ. Ευάγγελο Γερασόπουλο, υπεύθυνο για την ανάλυση των μετρήσεων αέριας ρύπανσης και για τη διενέργεια νέων εξειδικευμένων μετρήσεων στην Αθήνα, και το Πανεπιστήμιο Κρήτης, με επικεφαλής την Καθηγήτρια κα Μαρία Κανακίδου, υπεύθυνη για τις αριθμητικές προσομοιώσεις μεταφοράς και χημικής μετατροπής ατμοσφαιρικών. Στη μελέτη, και συγκεκριμένα στο τμήμα της δειγματοληψίας και των χημικών αναλύσεων, συμμετείχε με τον εξοπλισμό του και το προσωπικό του το Εργαστήριο Ατμοσφαιρικής Χημείας του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (aclab.meteo.noa.gr). Το Εργαστήριο, πέραν της συμμετοχής του σε προγράμματα βασικής έρευνας, με το Φορητό Σταθμό Παρακολούθησης της Ποιότητας του Αέρα, διενεργεί, σε συνεργασία με τους φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης, μετρήσεις αέριας ρύπανσης και παρέχει διαπιστευμένες και μη, υπηρεσίες εξειδικευμένων χημικών αναλύσεων. 

Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι με το πέρασμα του χρόνου λήφθηκαν σημαντικές βελτιώσεις για την περιβαλλοντική ισορροπία της Αθήνας και με την ιδιαίτερη συμβολή βεβαίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που διάνοιξε νέους ορίζοντες στις πολιτικές προστασίας του περιβάλλοντος, με την θέσπιση κανονιστικού πλαισίου για το περιβάλλον, την επιβολή κυρώσεων στους παραβάτες του και την αναγωγή του σε μείζον θέμα για την κοινωνική και οικονομική ευημερία του ευρωπαϊκού συνασπισμού. Χρειάζεται όμως ακόμα μεγάλη προσπάθεια και διαρκής περιφρούρηση του περιβάλλοντος της Αθήνας, για να φτάσουμε στα επιθυμητά επίπεδα.

 

 

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Ετικέτες

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Βιώσιμες Πόλεις 24 Δεκεμβρίου, 2024
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
Ιωάννινα: Ένα βήμα πιο κοντά στην “αναγέννηση” της  περιοχής της Αγίας Μαρίνας

Τους όρους του Δημόσιου Αρχιτεκτονικού Διαγωνισμού Ιδεών, για την ολική ανάπλαση της περιοχής της Αγίας…

Βιώσιμες Πόλεις 23 Δεκεμβρίου, 2024
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
“AntiparosCircularBusiness”- Κυκλική οικονομία στην πράξη

Καρπούς αποδίδει η δράση “AntiparosCircularBusiness”, που υλοποιείται στο νησί  και η οποία εφαρμόζει τις αρχές…

Βιώσιμες Πόλεις 16 Δεκεμβρίου, 2024
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
Χερσόνησος: Κατ’ αρχήν συμφωνία Δήμου-ξενοδόχων για ολοκληρωμένο σύστημα αυτοδιαχείρισης απορριμμάτων το 2025

Στην κατ’ αρχήν συμφωνία, ότι οι ξενοδοχειακές μονάδες του Δήμου Χερσονήσου θα προχωρήσουν σε ένα…